Κυλιόμενο κείμενο

Προτού τα μάτια μπορέσουν να δουν, => Πρέπει να έχουν μάθει να μη δακρύζουν!... Προτού τo αφτί μπορέσει ν ‘ακούσει,=> Πρέπει να έχει χάσει την ευαισθησία του!... Προτού η φωνή μπορέσει να μιλήσει,=> Πρέπει να έχει γίνει ανίκανη να πληγώσει!... Προτού η καρδιά μπορέσει ν’ αγαπήσει,=> Πρέπει να έχει μάθει να μην πονάει!... Μόνο τότε τα μάτια θα μπορούν να δούνε την αλήθεια, το αυτί να την ακούσει, η καρδιά να αγαπήσει κάθε κρίκο της αλυσίδας του μικρόκοσμου, και η γλώσσα θα μπορεί να μιλήσει χωρίς να πληγώσει ούτε έναν απ' αυτούς τους κρίκους του μικρόκοσμου. "Μοναχικός Λύκος" - Μιχάλης I. Γκουντέβενος

Αποποίηση ευθύνης...

ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ… , => Δεν ήμαστε δημοσιογραφική σελίδα, και ως εκ τούτου δεν επαληθεύουμε τα θέματα, απλά κάνουμε αναμετάδοση θεμάτων, ειδήσεων, videos, κλπ. και όχι ρεπορτάζ. Για παράπονα, ενστάσεις ή αντιρρήσεις απευθυνθείτε στην ΕΝΕΡΓΗ πηγή της είδησης που υπάρχει στο τέλος κάθε Ανάρτησης και κάθε θέματος (Ο διαχειριστής: Μιχάλης I. Γκουντέβενος)

''Πάμε στοίχημα''

Αγαπητοί αναγνώστες

ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ… , => Στείλτε τις απόψεις σας, την ιστορία σας, το θυμό σας, τα παράπονά σας, τα δικάσας θέματα στο email μας: mc-goud@hotmail.com, και εμείς θα τα δημοσιεύσουμε... ( δεν χρειάζεται να εγγραφείτε!...) (Μιχάλης I. Γκουντέβενος - Διαχειριστής)...

Σχόλια από "Μοναχικός Λύκος"


Η σελίδα "Μοναχικός Λύκος" θεωρεί αυτονόητο ότι όλοι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα σχολιασμού, κριτικής και ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θα θέλαμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν θα δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, ή υβριστικού, ή προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου.

Επίσης, σύμφωνα με τις αρχές μας, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Οπότε, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η σελίδα "Μοναχικός Λύκος" δεν θα δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον εκάστοτε συντάκτη τους και το περιεχόμενό τους δε συμπίπτει κατ' ανάγκην με την άποψη της σελίδας μας.


Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ...

Από: Gerasimos politis

 


Πριν από αρκετά χρόνια βρισκόμουν στην Τρίπολη όπου είχα μόλις καταταγεί για να υπηρετήσω τη στρατιωτική μου θητεία και ο ανθυπολοχαγός διοικητής του λόχου ρωτούσε τους νεοσυλλέκτους για τις σπουδές και το επάγγελμά τους. Μόλις πληροφορήθηκε ότι ήμουν καθηγητής φιλοσοφίας το πρόσωπό του φωτίστηκε και έσπευσε να μου απευθύνει τον λόγο: «Ωραία! Μπορείς λοιπόν να μας πεις ποιο είναι το νόημα της ζωής;». Αδυνατώντας να ξεκινήσω κάποια εκτενή συζήτηση που θα αναφερόταν στις δυσκολίες εννοιολογικής διερεύνησης του ερωτήματος και των προϋποθέσεων  απάντησής του, αποκρίθηκα κάπως αινιγματικά: «Το νόημα της ζωής συνίσταται στο να τη ζεις!».

O ανθυπολοχαγός πρέπει μάλλον να απογοητεύθηκε γιατί αντέδρασε αυτόματα λέγοντας:  «A! … Ώστε δεν υπάρχει κάποιο ανώτερο νόημα, πέρα από το πλαίσιο της φυσικής ζωής μας πάνω στη γη».


Είναι γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι χωρίς ιδιαίτερη φιλοσοφική παιδεία πιστεύουν πως το ερώτημα του νοήματος της ζωής αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα το οποίο καλείται να επιλύσει η φιλοσοφία. Ωστόσο δεν είναι σαφές ακριβώς τι εννοούμε με αυτό το ερώτημα, ή ακριβέστερα με τα σχετικά ερωτήματα – γιατί όπως θα δούμε στη συνέχεια, έχουμε να κάνουμε με περισσότερα του ενός ερωτήματα.

1.       Στο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας του Ντάγκλας Άνταμς, «Γυρίστε τον γαλαξία με ωτοστόπ», που στην ουσία αποτελεί παρωδία γνωστών μυθιστορημάτων επιστημονικής φαντασίας, οι άνθρωποι έχουν από αιώνες προγραμματίσει τον πανίσχυρο υπολογιστή που ονομάζεται Βαθιά Σκέψη να απαντήσει στο «Ύστατο Ερώτημα για τη Ζωή, το Σύμπαν και τα Πάντα».

 

     Ο υπολογιστής, μετά από την κατάλληλη μακρόχρονη επεξεργασία των δεδομένων, τους ανακοινώνει πως η απάντηση είναι «Σαράντα δύο», και όταν οι χειριστές του διαμαρτύρονται εκφράζοντας την απορία τους, παρατηρεί ειρωνικά ότι αν καταλάβαιναν το ερώτημα θα καταλάβαιναν τι σημαίνει και η απάντηση. Έτσι χρειάζεται να κατασκευαστεί ένας άλλος ισχυρότερος υπολογιστής για να συλλάβει και να αναλύσει το ερώτημα.

 

2.       Εκείνο βέβαια που όλοι μας νομίζω συνειδητοποιούμε είναι πως το ερώτημα που μας ενδιαφέρει δεν έχει αφηρημένο χαρακτήρα. ∆εν αναφέρεται απλώς στο νόημα της ανθρώπινης ζωής εν γένει, αλλά μας αφορά προσωπικά και έχει υπαρξιακή βαρύτητα. Εδώ θυμάται κανείς τα λόγια του Αλμπέρ Καμύ, στον Μύθο του Σισύφου: «∆εν υπάρχει παρά ένα πραγματικά σοβαρό φιλοσοφικό πρόβλημα: εκείνο της αυτοκτονίας. Με το να κρίνει κανείς πως η ζωή αξίζει ή δεν αξίζει να τη ζήσει κανείς, απαντά στο θεμελιώδες ερώτημα της φιλοσοφίας».

 

3.        Έτσι, η δυνατότητα μιας καταφατικής απάντησης στο φιλοσοφικό ερώτημα: «Αξίζει να ζει κανείς;», που κατά τον Καμύ είναι θεμελιώδες, συνδέεται άμεσα με τις απαντήσεις στα ερωτήματα: «Έχει η ζωή κάποιο νόημα;» και «ποιο είναι, ή μπορεί να είναι, αυτό το νόημα;».

 

       Στην εργασία που ακολουθεί θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω την προβληματική του νοήματος της ζωής όπως αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια στον χώρο της λεγόμενης αναλυτικής παράδοσης της φιλοσοφίας (που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη λογική αυστηρότητα και τη σαφήνεια της επιχειρηματολογίας). Θα περιγράψω ορισμένες διαφορετικές ή και αντιτιθέμενες προσεγγίσεις που υπαγορεύουν συγκεκριμένες απαντήσεις, ή είδη απαντήσεων, στα ερωτήματα με τα οποία ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας. Ακόμη και αν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποια οριστική και μονοσήμαντη λύση, όπως άλλωστε συμβαίνει με τα περισσότερα μεγάλα και οριακά φιλοσοφικά προβλήματα, πιστεύω πως το εγχείρημα της εννοιολογικής διερεύνησης, αλλά και της ανάδειξης και της απόπειρας δικαιολόγησης κάποιων πεποιθήσεων για το νόημα της ζωής, οπωσδήποτε θα φωτίσει τις βασικές πτυχές των υπό εξέταση ερωτημάτων και των δυνατών εναλλακτικών απαντήσεων σε αυτά.

 

      Σε κάθε περίπτωση, μετά από μια γενικότερα αρνητική στάση των περισσότερων αναλυτικών φιλοσόφων απέναντι στη νομιμότητα της φιλοσοφικής ενασχόλησης με υπαρξιακά προβλήματα, το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά και στις μέρες μας παρατηρείται μια αναβίωση του ενδιαφέροντος για τα προβλήματα αυτά και μάλιστα στο πεδίο της ηθικής φιλοσοφίας νοούμενης με την ευρύτερη δυνατή έννοια. Ακόμη και αν η φιλοσοφία στο σύνολό της απέχει πολύ από το να είναι, όπως στην αρχαιότητα, μια «τέχνη του βίου», η ηθική φιλοσοφία δεν μπορεί να περιορίζεται στην αφηρημένη αναζήτηση κριτηρίων για την ορθότητα των πράξεων, αλλά οφείλει να ενδιαφέρεται γενικότερα για το «πώς θα έπρεπε να ζει κανείς» και να εξακολουθεί πάντοτε να έχει πρακτικούς στόχους.

       Ας εξετάσουμε όμως τις κυριότερες διαφορετικές θεωρήσεις στις οποίες αναφέρθηκα προβαίνοντας και στις απαραίτητες ιστορικές τοποθετήσεις και συσχετίσεις.

 

4.       Αν στραφούμε, από τη μια πλευρά, στα κείμενα υπαρξιστών φιλοσόφων από τα τέλη της δεκαετίας του ’30 μέχρι και τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 - που προβάλλονται και μέσα από λογοτεχνικά και κινηματογραφικά έργα (του Αλμπέρ Καμύ, του Αντρέ Μαλρώ, του Μικελάντζελο Αντονιόνι, του Φεντερίκο Φελλίνι ή του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν) - και, από την άλλη, στις εργασίες των φιλοσόφων της Σχολής της Βιέννης που αποκαλούμε λογικούς θετικιστές, ή των λεγόμενων φιλοσόφων της κοινής γλώσσας της Σχολής της Οξφόρδης (μετά τον πόλεμο), διαπιστώνουμε μια σαφή απόκλιση. Θα μπορούσαμε μάλιστα να μιλήσουμε για μια διαλεκτική αντιπαράθεση διαμετρικά αντίθετων απόψεων – παρόλο που η αντιπαράθεση αυτή δεν εκφράζεται ρητά και συστηματικά. Οι υπαρξιστές τονίζουν την απουσία ή «έκλειψη» του νοήματος, τον παράλογο χαρακτήρα και τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και προτείνουν να υπερβούμε την απελπισία μέσω της πολιτικής στράτευσης ή της ηθικής εξέγερσης και της αλληλεγγύης. Οι φιλόσοφοι αντίθετα των πρώτων, «ηρωικών» περιόδων του αναλυτικού ρεύματος αμφισβητούν το ενδιαφέρον και τη σημασία του ερωτήματος για το νόημα της ζωής όπως αντιμετωπίζεται στον χώρο της παραδοσιακής φιλοσοφίας.

 

5.       Εδώ βέβαια θα άξιζε να αναρωτηθεί κανείς αν αυτές οι τόσο διαφορετικές προσεγγίσεις, που φανερώνουν ασύμβατες μεθοδολογικές επιλογές και αντίπαλες φιλοσοφικές ιδιοσυγκρασίες, δεν υποκρύπτουν τελικά κάποιες κοινές προϋποθέσεις της νεότερης δυτικής σκέψης. Για παράδειγμα, η Άιρις Μέρντοχ επισημαίνει την εξέλιξη μιας κοινής αντίληψης του υποκειμένου και της βούλησής του, που ανάγεται στον Καντ και οδηγεί στις διαφορετικές τοποθετήσεις του Ρίτσαρντ Χέαρ και του Σαρτρ.

 

6.       Ο κριτικός έλεγχος αυτών των προβληματικών σιωπηρών παραδοχών θα μας βοηθούσε ενδε χομένως να αποφύγουμε τα αδιέξοδα στα οποία φαίνεται να οδηγούνται και οι δύο πλευρές και να διαμορφώσουμε μια ικανοποιητικότερη σύλ ληψη των αναζητούμενων απαντήσεων. Ωστόσο, είμαστε νομίζω υποχρεωμένοι, πριν από κάθε άλλη επιμέρους τοποθέτηση, να εστιάσουμε την προσοχή μας στην άποψη των φιλοσόφων που υποστηρίζουν πως το ίδιο το ερώτημα για το νόημα της ζωής στερείται νοήματος και πως η σωστή λογική και σημασιολογική ανάλυση του μας δείχνει πως το πρόβλημα στο οποίο παραπέμπει είναι ένα ψευδοπρόβλημα που δεν επιδέχεται λύση αλλά διάλυση.

Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε δύο κάπως διαφορετικές αν και παραπλήσιες τοποθετήσεις:

 

1.  Φιλοσοφική αποφυγή/απόρριψη του προβλήματος – εύκολες λύσεις



α)    Το ερώτημα για το νόημα της ζωής δεν έχει νόημα και δεν επιδέχεται φιλοσοφική ανάλυση.  Σύμφωνα με τη ριζική αντιμετώπιση των λογικών θετικιστών και των επιγόνων τους πρέπει να εγκαταλείψουμε τον φιλοσοφικό στοχασμό για το νόημα της ζωής. ∆εν πρόκειται για γνήσιο φιλοσοφικό πρόβλημα και γι’ αυτό θα ήταν ορθότερο να μιλάμε για διάλυση ή εξάλειψή του. Κατ ’αυτούς, το νόημα μιας πρότασης συνίσταται στη μέθοδο της επαλήθευσής της –εκτός και αν αναφερόμαστε σε προτάσεις της λογικής ή των μαθηματικών που βασίζονται σε τυπικούς ορισμούς– και, εφόσον δεν υπάρχει κάποια διαδικασία εμπειρικής επαλήθευσης, η πρόταση που μας απασχολεί πρέπει να θεωρηθεί ανόητη. Το ερώτημά μας φαίνεται να μπορεί να αναχθεί στο ερώτημα «Γιατί υπάρχουμε;», δηλαδή «ποιος είναι ο σκοπός της ύπαρξής μας ως είδους ή ως ατόμων;».

 

    Όμως αν περιμένουμε κάποια απάντηση πέρα από την αναγνώριση του γεγονότος ότι είμαστε τα προϊόντα της φυσικής εξέλιξης που συνδυάζει τύχη και αναγκαιότητα –κατά την έκφραση του γάλλου βιολόγου Ζακ Μονό–, είναι προφανές ότι θα απογοητευθούμε, εφόσον η απορία μας δεν επιδέχεται εμπειρική διακρίβωση, αλλά ούτε και αναγωγή σε μια λογική ταυτολογία. Στο ίδιο αδιέξοδο καταλήγουμε με όλα τα μεταφυσικά ψευδοπροβλήματα, όπως το κλασικό έσχατο ερώτημα που βασανίζει τους φιλοσόφους, τουλάχιστον από την εποχή του Λάιμπνιτς, και εκλαμβάνεται ως χαρακτηριστικό μεταφυσικό πρόβλημα: «Γιατί να υπάρχουν τα όντα και όχι το τίποτα;».

 

7.  Όπως παρατηρεί ο Βιτγκενστάιν, στο έργο του Tractatus LogicοPhilosophicus, η δυνατότητα ενός νόμιμου ερωτήματος προϋποθέτει και τη δυνατότητα κάποιας απάντησης: Σε μια απάντηση που δεν μπορεί κανείς να την εκφράσει με λόγια, δεν μπορεί κανείς ούτε την ερώτηση να την εκφράσει με λόγια. Το αίνιγμα δεν υπάρχει. Αν γενικά μπορεί να τεθεί μια ερώτηση, τότε μπορεί να λάβει και απάντηση... Αμφιβολία μπορεί να υπάρχει μόνο εκεί όπου υπάρχει ερώτηση, ερώτηση μόνο εκεί που υπάρχει απάντηση, και απάντηση μόνο εκεί όπου μπορεί να λέγεται κάτι.

 

8.   Βέβαια, η σκέψη του Βιτγκενστάιν υποδεικνύει άλλη κατεύθυνση από εκείνη της θετικιστικής προσέγγισης την οποία ενέπνευσε. Το παράδοξο συμπέρασμά του που επιδέχεται και μυστική, θεολογική ερμηνεία, είναι πως το νόημα του κόσμου βρίσκεται έξω από τα γεγονότα αυτού του κόσμου.

 

    ∆εν μπορεί να ειπωθεί χωρίς να παραβιαστούν οι λογικοί κανόνες της γλώσσας, αλλά δείχνεται, ή καλύτερα, διαφαίνεται μέσα από την εκδήλωση της βούλησής μας, μέσα από τον τρόπο που ζούμε και συμπεριφερόμαστε καθημερινά:      «...Τη λύση του προβλήματος της ζωής τη βλέπει κανείς στην εξαφάνιση του προβλήματος της ζωής...(Αυτός δεν είναι και ο λόγος που οι άνθρωποι στους οποίους ύστερα από μακροχρόνιες αμφιβολίες έγινε φανερό το νόημα της ζωής δεν μπορούν να πουν σε τι συνίσταται αυτό το νόημα;).  Χωρίς άλλο υπάρχει κάτι που δε λέγεται με λόγια. Αυτό δείχνεται. Είναι το μυστικό στοιχείο».

 

9.  Βέβαια, η στάση αυτή δεν υποτιμά την κεφαλαιώδη σημασία των υπαρξιακών προβλημάτων, μόνο που αποκλείει τη διερεύνησή τους από τη φιλοσοφία και αναγνωρίζει τον μυστικό, άρρητο χαρακτήρα τους. Εδώ αναγκαστικά θα καταφύγουμε στην πράξη, την καλλιτεχνική έκφραση ή και το θρησκευτικό βίωμα.  Σε κάθε περίπτωση, και για τους καθαρόαιμους θετικιστές, που εμφορούνται από επιστημονιστικές αντιλήψεις και αποστρέφονται την ιδέα του μυστικού στοιχείου, το γεγονός πως το ερώτημα του νοήματος της ζωής δεν προσφέρεται για κάποια γνωσιακή ή έστω ορθολογική έρευνα δεν συνεπάγεται ότι η υπαρξιακή αγωνία ή απελπισία δεν υφίσταται. Μόνο που κατ’αυτούς ταυτίζεται με μια μορφή ψυχικής κατάστασης συναισθηματικού χαρακτήρα, που συχνά ανα- δεικνύεται μέσα από τη λογοτεχνική και την καλλιτεχνική δημιουργία, και που οι παθολογικές της εκφάνσεις εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των ψυχολόγων ή των ψυχιάτρων.

 

10.            Ωστόσο, από τη στιγμή που δεν συμφωνούμε με την υιοθέτηση της αρχής και των κριτηρίων επαληθευσιμότητας που επικαλούνται με δογματικό τρόπο τα μέλη της Σχολής της Βιέννης και αμφιβάλλουμε για την εγκυρότητα στενών και αυστηρών λογικογραμματικών κριτηρίων του νοήματος, είμαστε πρόθυμοι να αναγνωρίσουμε την κατανοησιμότητα και τον γνήσιο χαρακτήρα των μεταφυσικών προβλημάτων και κατά μείζονα λόγο και του ερωτήματος για το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ό,τι και να λένε οι υπέρμαχοι της λογικής αυστηρότητας είμαστε πεπεισμένοι ότι η φιλοσοφική συζήτηση μπορεί εδώ να φωτίσει σε σημαντικό βαθμό, αν όχι και να απαντήσει ικανοποιητικά, το οριακό ερώτημά μας.

 

β)     Tο ερώτημα μπορεί να επαναδιατυπωθεί έτσι ώστε η απάντησή του να είναι εύκολη και τελεσίδικη. Μια μετριοπαθέστερη εκδοχή της λογικογλωσσικής θεώρησης, που δεν παύει να υπαγορεύει μια ριζική αντιμετώπιση, δέχεται τη νομιμότητα του προβλήματος, αλλά υποστηρίζει πως η λύση του είναι πολύ ευκολότερη από ό,τι νομίζουμε. Ο Ρίτσαρντ Χέαρ, σε ένα άρθρο του περιγράφει την ιστορία ενός νεαρού φίλου του ο οποίος ένιωθε κατάθλιψη γιατί είχε διαβάσει το μυθιστόρημα Ο Ξένος του Αλμπέρ Καμύ και νόμιζε πως είχε πειστεί ότι «τίποτα δεν έχει σημασία».

 

         Ο Χέαρ εξηγεί με ποιον τρόπο μπόρεσε να δείξει εύκολα στον υπαρξιακά απελπισμένο νέο ότι η συγκεκριμένη πρόταση είναι ψευδής, εάν δηλώνει πως είναι δυνατό να φανταστούμε την εκμηδένιση ή την εξάλειψη κάθε αξίας, εφόσον του θύμισε ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζουν χωρίς να επιθυμούν κάποια πράγματα και να τους αποδίδουν αξία. Έτσι υποστηρίζει πως τον βοήθησε να φύγει από τη συνάντησή τους ήρεμος και αισιόδοξος.

 

11.            Κατά τον Χέαρ, oι αξίες μπορεί τελικά να εκφράζουν καθαρά υποκειμενικές προτιμήσεις, αλλά αυτό δεν αναιρεί τη λειτουργικότητά τους μέσα στη ζωή μας και δεν οδηγεί στη σχετικοποίηση των βασικών ηθικών κανόνων.

 

       ∆εν μπορώ εδώ να επεκταθώ στην εξέταση της επιχειρηματολογίας του Χέαρ που δεν μου φαίνεται καθόλου πειστική. Θα ήθελα μόνο να επισημάνω ότι νομίζει πως μπορούμε να αναγάγουμε την έννοια της σημασίας –που απασχολούσε τον Καμύ και τον αναγνώστη του– στην ύπαρξη ενδιαφερόντων και επιθυμιών του κάθε ατόμου, επιθυμιών οι οποίες διατηρούνται συνήθως κατά φυσικό και ενστικτώδη τρόπο, εάν βέβαια το άτομο αυτό δεν πάσχει από κάποια σοβαρή ψυχική ασθένεια. Δυστυχώς, είναι εύκολο να παρατηρήσει κανείς ότι ο Χέαρ δεν καταλαβαίνει πως η ταχυδακτυλουργία της λογικής ανάλυσης του επιτρέπει να αποφύγει το πραγματικό πρόβλημα της δικαιολόγησης, της επιλογής και της στήριξης των αξιών μας από μια σκοπιά εξωτερική ως προς τις προτιμήσεις μας, έτσι ώστε να αναλαμβάνουμε ενεργητικά τη δέσμευση των πράξεών μας. Ο Χέαρ αναγνωρίζει βέβαια την ύπαρξη ανθρώπων σε παράδοξη κατάσταση ακηδίας ή κατάθλιψης, ανθρώπων που μπορεί να αποτύχει να συνεφέρει κανείς με θεωρητικά επιχειρήματα, αλλά δεν πιστεύει ότι σε αυτή την περίπτωση τίθεται φιλοσοφικό πρόβλημα.

 

       Οι παραπάνω τοποθετήσεις μπορούν νομίζω να θεωρηθούν μάλλον απλοϊκές, αν όχι και αφελείς, και συχνά εκφράζουν κάποια λήψη του ζητουμένου. ∆εν θα έπρεπε ωστόσο να υποτιμήσουμε το ενδιαφέρον των λογικο-γλωσσικών αναλύσεων για την καλύτερη διασάφηση του ερωτήματος για το νόημα της ζωής, στις οποίες και θα επανέλθουμε παρακάτω. Εκείνο που πάντως πρέπει να αποφύγουμε είναι οποιαδήποτε βιαστική προσπάθεια διάλυσης, ή εύκολης λύσης, που φαίνεται να αγνοεί το βάθος του προβλήματος. Η φιλοσοφία μπορεί να είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή λογικο-γλωσσική ανάλυση, ακόμη και αν πρέπει πράγματι να ξεκινάει κανείς με μια τέτοια ανάλυση.

 

2.      Επανατοποθέτηση – αναζήτηση της κατάλληλης προσέγγισης του προβλήματος στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ηθικού προβληματισμού.

Μιλήσαμε παραπάνω για επιμέρους ερωτήματα όπως :

α)    «έχει η ανθρώπινη ζωή κάποιο νόημα – και ποιο μπορεί να είναι αυτό;»

β)    «έχει η δική μου ζωή κάποιο νόημα και ποιο μπορεί να είναι αυτό;».

Ας δούμε ειδικότερα διαφορετικούς τρόπους ερμηνείας τους:

α)   Για ποιον λόγο ζούμε, ή, καλύτερα, για ποιον λόγο να συνεχίσουμε να ζούμε; («λόγος» εδώ με την έννοια του σκοπού ή του τελικού αιτίου)

β)   Τι είναι πραγματικά σημαντικό για μας;

γ)    Τι κάνει τη ζωή μας να αξίζει;

δ)    Ποιες είναι οι δραστηριότητες που μας επιτρέπουν να θεωρούμε πως τη ζωή αυτή αξίζει να τη ζούμε;

ε)    Ποια είναι η αξία που μπορούμε να αναγνωρίσουμε ή να αποδώσουμε εμείς οι ίδιοι στη ζωή μας (κάνοντας σχέδια για το μέλλον, ή φέρνοντας στη μνήμη μας το παρελθόν και επιχειρώντας ένα είδος απολογισμού);

στ) Ποιοι είναι οι παράγοντες εκείνοι που ακυρώνουν, ματαιώνουν εξολοκλήρου ή απαξιώνουν τις προσπάθειές μας; (εδώ φέρνει κανείς στον νου του τον θάνατο, τον αβάσταχτο πόνο ή την ύπαρξη του Κακού μέσα στον κόσμο – που μπορεί να μας οδηγούν στην αίσθηση του παραλόγου ή της απουσίας νοήματος).

Bλέπουμε αμέσως ότι οι λόγοι που έχουμε για να πράξουμε κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αλλά γενικότερα και οι λόγοι για να ζούμε, και πιο συγκεκριμένα για να ζούμε κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μας παραπέμπουν στη συζήτηση των αξιών στο μέτρο που οι αξίες συνιστούν ή παρέχουν τέτοιους λόγους. Θα μπορούσαμε βέβαια να αναρωτηθούμε αν η φιλοσοφία είναι στ’ αλήθεια ικανή να μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε λόγους και αξίες που να μην αποτελούν ψευδαισθήσεις ή προϊόντα παραπλανητικής εκλογίκευσης της συμπεριφοράς μας.

 

12.            Έχει ειπωθεί ότι όταν φιλοσοφούμε δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να βρίσκουμε τους λανθασμένους λόγους για πράγματα που πιστεύουμε ενστικτωδώς. Ωστόσο, δεν χωρεί αμφιβολία πως το πρόβλημα του νοήματος της ζωής συνδέεται με το πρόβλημα της ύπαρξης και της υφής, της πραγμάτωσης και της κάρπωσης των αξιών.

 

    Αυτό υποδήλωνε ορθά –παρά τις αδυναμίες της– και η απλουστευτική θεώρηση του Χέαρ στην οποία ασκήσαμε κριτική παραπάνω. Πρόκειται λοιπόν για ένα πρόβλημα που αφορά σαφώς την ηθική φιλοσοφία με την ευρεία έννοια του όρου. Η μελέτη του είναι αναγκαία για κάθε απόπειρα εμπεριστατωμένης απάντησης στα ερωτήματά μας.  Σύμφωνα με την κεντρική τοποθέτηση του άγγλου φιλοσόφου Ντέηβιντ Ουίγκινς  –στο άρθρο του «Αλήθεια, Επινόηση και το Νόημα της ζωής»– οδηγούμαστε σε ένα πρόβλημα πολύ βαθύτερο από τα επείγοντα πρακτικά προβλήματα με τα οποία συνήθως ασχολείται η κανονιστική ηθική, π.χ «πώς θα έπρεπε να πράξω στη μια ή στην άλλη συγκεκριμένη περίσταση;»,  που βέβαια δεν πρέπει να υποτιμηθούν και αυτά.

 

    Κατά τον Ουίγκινς, πολλοί από τους ηθικούς φιλοσόφους της εποχής του έδιναν προτεραιότητα στο ζήτημα της επιδίωξης της ευτυχίας –χωρίς πρώτα να έχουν αποσαφηνίσει τα ζητήματα του νοήματος και της αξίας– και κατέληγαν έτσι συχνά σε αδιέξοδο στις αναζητήσεις τους. Όμως για να αποσαφηνίσουμε αυτά τα ζητήματα χρειάζεται να εξετάσουμε αν μπορεί κατ ’αρχήν να είναι αληθές, υπό κάποια αντικειμενική έννοια του όρου «αληθές», ότι αυτό ή εκείνο το πράγμα, αυτή η εκείνη η δραστηριότητα, έχουν αξία, και κατά συνέπεια αξίζουν να τους αφιερώσουμε το ενδιαφέρον και τις προσπάθειές μας.

 

3.  Η σκεπτικιστική και απαισιόδοξη στάση

 

Ας αρχίσουμε με τη θέση που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε σκεπτικιστική ή και απαισιόδοξη, στην οποία αναφερθήκαμε ήδη όταν μιλήσαμε για τους υπαρξιστές.«Τίποτα δεν έχει σημασία», «η ζωή δεν έχει κανένα νόημα», «είναι παράλογη», «είναι ένα μάταιο πάθος» κτλ. Πολλές φορές αυτή η άποψη περιγράφεται ως μηδενιστική, εφόσον το ερώτημα του νοήματος συνδέεται με το πρόβλημα των αξιών, και, αν υιοθετήσουμε τη μηδενιστική άποψη ότι δεν υπάρχει καμιά αντικειμενική αξία, οδηγούμαστε εύκολα στο συμπέρασμα ότι και η ζωή δεν έχει κανένα νόημα. Όμως, η στενή εννοιολογική σχέση που επισημάναμε δεν ισοδυναμεί με μια άμεση και αναπόφευκτη λογική συνεπαγωγή. Πράγματι, όπως θα δούμε, μπορεί κανείς να μη δέχεται την ύπαρξη αντικειμενικών αξιών και όμως να μην αρνείται τη δυνατότητα επαρκούς υποκειμενικής νοηματοδότησης της ζωής· αντίθετα, μπορεί να εκφράζει σκεπτικισμό όσον αφορά αυτή τη δυνατότητα νοηματοδότησης, παρόλο που αναγνωρίζει την πραγματικότητα των αξιών. Ούτως ή άλλως, ο γνήσιος, ακραίος μηδενισμός, και σ’αυτό το σημείο ο Χέαρ είχε δίκιο, είναι πολύ δύσκολο να υποστηριχθεί με συνέπεια στο θεωρητικό και στο πρακτικό επίπεδο.

 

13.            Όπως και να έχει το πράγμα, προτιμώ να χρησιμοποιώ τον όρο σκεπτικισμός ή απαισιοδοξία παρά μηδενισμός για να χαρακτηρίσω την αμφισβήτηση της δυνατότητας να βρούμε ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα του νοήματος της ζωής. Ας σταθούμε σ’αυτό το σημείο σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες αναλύσεις αυτής της σκεπτικιστικής στάσης, όπως διατυπώνεται από τον αμερικανό φιλόσοφο Τόμας Νέηγκελ.

 

14.             Αντί να αποδώσει το πρόβλημα της απουσίας νοήματος της ζωής στην ανυπαρξία ή στην κατάρρευση των αξιών, ο Nέηγκελ τονίζει το χάσμα ανάμεσα στην υποκειμενική και στην αντικειμενική σκοπιά θεώρησης του κόσμου και της ζωής μας, δηλαδή την ασυμβατότητα τρόπων θεώρησης που συνυπάρχουν ταυτόχρονα στον νου του ανθρώπινου υποκειμένου. Το γεγονός ότι μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας «απ’ έξω», και μάλιστα «από ψηλά», αιρούμενοι στο άκρο κάποιας ευρύτερης κοσμικής κλίμακας, ενώ είμαστε, την ίδια στιγμή, αφοσιωμένοι στα σχέδια και τις γήινες, κοπιώδεις φροντίδες μας, προκαλεί μια δυσάρεστη εσωτερική ένταση, ή σύγκρουση που μπορεί να βιώνουμε ως ίλιγγο ή ναυτία, ως ένα κωμικοτραγικό κράμα υποκειμενικής επιδίωξης υπαρξιακής σοβαρότητας και αντικειμενικής ασημαντότητας. Νομίζουμε εσφαλμένα ότι μπορούμε να αποφύγουμε αυτή την ένταση, καταργώντας τη μια ή την άλλη θεώρηση, είτε βυθιζόμενοι εξολοκλήρου μέσα στις καθημερινές μας δραστηριότητες, και ξεχνώντας έτσι την εξωτερική σκοπιά, είτε καταφεύγοντας σε μια αποστασιοποίηση από κάθε προσωπικό στόχο και στρατευόμενοι σε αγώνες γενικότερης, αν όχι οικουμενικής εμβέλειας, συνήθως θρησκευτικού, ηθικού ή πολιτικού προσανατολισμού. ∆υστυχώς, η εξάλειψη της έντασης δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί και έχουμε πολλές φορές την αίσθηση της αποτυχίας του εγχειρήματος νοηματοδότησης του βίου μας.

 

Ώστε δεν είναι, όπως τείνουμε συχνά να πιστεύουμε, η προοπτική του θανάτου και της προσωπικής εκμηδένισης, ή η συνειδητοποίηση της περατότητας και της ενδεχομενικότητας της ύπαρξής μας –από μόνη της–, που αποτελούν την πηγή της υπαρξιακής μας αγωνίας και του βιώματος του παραλόγου. Όπως παρατηρούν πολλοί φιλόσοφοι που ανήκουν σε διαφορετικές σχολές ή παραδόσεις από τον Μπέρναρντ Ουίλλιαμς μέχρι τον Μάρτιν Χάιντεγκερ, το φάσμα του θανάτου μπορεί να αποτελεί συνθήκη δυνατότητας νοηματοδότησης της ζωής μας και η αθανασία δεν είναι αναγκαστικά κάτι το επιθυμητό.

 

15.             Ο Νέηγκελ βέβαια, ο οποίος δεν συμμερίζεται αυτή την αρνητική αντιμετώπιση της επιδίωξης αθανασίας, ψέγει τους υπαρξιστές που προτείνουν μια μορφή μελοδραματικής εξέγερσης απέναντι στη μοίρα μας και εισηγείται μια μάλλον ψύχραιμη και ειρωνική αντιμετώπιση του εαυτού μας και της θέσης του μέσα στον κόσμο. Εκείνο όμως που μας ενδιαφέρει και πρέπει να συγκρατήσουμε εδώ είναι η διαπίστωσή του πως η αναζήτηση νοήματος δεν προσκρούει τόσο στον φόβο του θανάτου και στην εμπειρία της οδύνης και του κακού μέσα στον κόσμο, για την οποία θα χρειαζόταν να κάνουμε ιδιαίτερο λόγο, ούτε στην απουσία αξιών, αλλά μάλλον στην ύπαρξη ασυμφιλίωτων θεωρήσεων των διαφορετικών αξιών στην πραγμάτωση των οποίων αποβλέπουμε.

 

4. Η θρησκευτική – υπερβατική λύση

∆εν μπορώ να επεκταθώ στην ανάλυση της πολύμορφης θρησκευτικής αντιμετώπισης του προβλήματος του νοήματος της ζωής. Είναι γεγονός ότι πολλοί άνθρωποι συνεχίζουν να πιστεύουν πως μόνο η ύπαρξη ενός Υπέρτατου Όντος, δημιουργού του κόσμου και της ανθρώπινης ζωής, και τελικά έσχατου φορέα ή και δημιουργού των θεμελιωδέστερων, πρωτογενών αξιών, θα μπορούσε να δώσει επαρκή απάντηση στο ερώτημα που μας βασανίζει. Σύμφωνα μάλιστα με τη χριστιανική αντίληψη ενός Προσωπικού Θεού, ο οποίος «αγάπη εστίν», η ανταπόκριση στα κελεύσματα της θείας βούλησης, αλλά κυρίως η αγαπητική σχέση κοινωνίας μαζί Του, υποδεικνύει τη λύση.

∆υστυχώς, η λύση αυτή είναι δύσκολο να υιοθετηθεί σε μια εποχή προοδευτικής έκλειψης της θρησκευτικής πίστης, όπου μάλιστα αρκετοί μιλούν για απουσία ή και «θάνατο» του Θεού, ενώ το πανάρχαιο πρόβλημα του Κακού προβάλλει οξύτερο μετά το Άουσβιτς και κάθε νέο εγχείρημα θεοδικίας φαίνεται ελάχιστα πειστικό. Η θεολογική προσέγγιση μάλλον δεν λειτουργεί χωρίς κάποιο άλμα πίστης. Ωστόσο, μπορεί ίσως να γίνει γενικότερα αποδεκτό πως προϋπόθεση για τη σωστή απάντηση στο ερώτημα για το νόημα της ζωής είναι η αναγνώριση ενός άρρητου ορίζοντα ανάδυσης ή φανέρωσης αυτού του νοήματος και της αξιακής διάστασης που το στηρίζει τελικά και που θα λέγαμε ότι διακρίνεται από το στοιχείο του μυστηρίου.

5. Η φυσιοκρατική αντίδραση



α)     Υποκειμενιστική Εάν η σκεπτικιστική και απαισιόδοξη στάση δεν μας οδηγεί στην παραίτηση, αλλά και δεν νιώθουμε ικανοί να αποδεχθούμε την υπερβατική υπερφυσική λύση, μπορεί να αναζητήσουμε το νόημα της ζωής ο καθένας μας μέσα στην έκφραση της ίδιας της βούλησής του.

 

     Οι επιθυμίες, οι προτιμήσεις μας, οι αποφάσεις και οι επιλογές μας, τα προσωπικά μας σχέδια ζωής μπορούν ενδεχομένως να επενδυθούν με νόημα χάρη στην ίδια μας τη βουλητική ενέργεια. Ακόμη και η στωική εμμονή του Σισύφου να συνεχίζει ξανά και ξανά το μάταιο κουβάλημα της πέτρας που τον καταδίκασαν οι θεοί να μεταφέρει αενάως στην κορυφή του λόφου, μπορεί, σύμφωνα με τη συνεπή λογική ορισμένων άθεων υπαρξιστών και άλλων φιλοσόφων να παραγάγει «νόημα» ζωής. Όπως γράφει ο Καμύ, «πρέπει να φανταστούμε τον Σίσυφο ευτυχισμένο».

 

16.            Σύμφωνα με αυτή την άποψη, από αντικειμενική σκοπιά δεν υπάρχει τίποτα μέσα στον φυσικό κόσμο που να μας δώσει τα αναγκαία ερείσματα αξιοδοσίας και νοηματοδοσίας πέρα από εκείνο που επινοούμε και προβάλλουμε ή κατασκευάζουμε οι ίδιοι, και μάλιστα ο καθένας μας ξεχωριστά, εκ του μηδενός.

 

β)   Αντικειμενιστική ∆υστυχώς, σύντομα συνειδητοποιούμε ότι αυτός ο ακραίος αξιολογικός υποκειμενισμός που είναι αρκετά διαδεδομένος ανάμεσα στους φυσιοκρατικά προσανατολισμένους φιλοσόφους δεν επαρκεί για τη συγκρότηση σταθερών κριτηρίων αξίας, επαρκών για να αντισταθούμε στην αίσθηση απουσίας νοήματος. Γι’ αυτό και νιώθουμε την ανάγκη να στραφούμε στην εναλλακτική προσέγγιση στοχαστών οι οποίοι επιμένουν στη δυνατότητα να αντλήσουμε νόημα έξω από εμάς τους ίδιους, ή τουλάχιστον εν μέρει έξω από εμάς τους ίδιους. Αν δεν μπορούσαμε παρά να βασιστούμε μόνο στις υποκειμενικές επιθυμίες ή αποφάσεις μας, χωρίς να αναχθούμε σε αυτά που ο Καναδός φιλόσοφος Τσαρλς Τέυλορ αποκαλεί «ορίζοντες σημασίας»,

 

17.            και που χαρακτηρίζονται από κά ποιο βαθμό αντικειμενικότητας, οι αξιολογήσεις μας θα διεξάγονταν μέσα στο κενό και θα ήταν τελείως αυθαίρετες ή και ασυνάρτητες. Το να αποδώσουμε νόημα σε οτιδήποτε χωρίς καμιά προηγούμενη αναγνώριση αξίας φαίνεται να μας περιορίζει σε δραστηριότητες που ο καθένας μας μάταια επιχειρεί να τους αποδώσει ικανοποιητικό νόημα. Ακόμη και αν δεν μπορούμε να αρνηθούμε τη νομιμότητα παράξενων προτιμήσεων και ασχολιών είναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς το νόημα της ζωής μπορεί να έγκειται στην πλήρη αφιέρωση σε ένα μονότονο και ασήμαντο χόμπυ, όπως για παράδειγμα να ασχολείται κανείς μόνο με τη συλλογή πωμάτων από μπουκάλια, ή πάλι σε κάποια καταστροφική και ανήθικη μορφή συμπεριφοράς, όπως νιώθουμε διαισθητικά πως στερείται πραγματικού νοήματος η επιδίωξη του Κακού, για παράδειγμα, ο σαδιστικός βασανισμός αθώων θυμάτων. Αν ο Σίσυφος δεν αρκείται στο να σπρώχνει πέτρες, αλλά χτίζει ένα οικοδόμημα με πρακτική ή και αισθητική λειτουργικότητα, όπως ένα σχολείο, ένα νοσοκομείο, ένα ναό, ακόμη και αν αυτό πρόκειται με τον καιρό να καταρρεύσει, ανιχνεύει έναν ορίζοντα σημασίας που προσδίδει άλλη διάσταση και ποιότητα νοήματος στο εγχείρημά του.

 

Στο έργο του μεγάλου ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα Ο καταδικασμένος, ο ήρωας που μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο του στομάχου και του μένουν λίγοι μήνες για να ζήσει, δίνει νόημα στην μέχρι τότε πληκτική και αδιάφορη ζωή του, μέσα από την επιτυχημένη προσπάθεια να δημιουργηθεί μια παιδική χαρά σε κάποια υποβαθμισμένη συνοικία του Τόκυο. Οι έννοιες της προσφοράς στους άλλους και της αλληλεγγύης, που διερευνά και ο Καμύ στο έργο του Η πανούκλα, μπορεί να κρύβουν το μυστικό μιας σημαντικής μορφής νοηματοδότησης τουβίου, και ίσως εδώ θα έπρεπε να αναζητηθεί κάποια από τις πιο ενδιαφέρουσες απαντήσεις και στο πανάρχαιο ερώτημα: «Γιατί να είναι κανείς ηθικός;».

 

18.            Μπορεί να μην υπάρχει μια σταθερή και απόλυτα αντικειμενική αξιολογική ιεράρχηση ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η διάσταση των αξιών είναι αρκετά ακαθόριστη, και όπως είδαμε, μιλώντας για τον Νέηγκελ, όχι πάντα συνεκτική στην ίδια της την υφή. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι συμφωνούν για την ορθότητα συγκεκριμένων διακρίσεων και επιλογών. Και ίσως δεν θα ήταν λάθος να υποστηρίξουμε ότι υπάρχουν διαβαθμίσεις αξίας και νοήματος. Αν και η υπέρβαση του στενού κύκλου των καθαρά προσωπικών μας επιθυμιών δεν μας αποκαλύπτει με σαφή τρόπο μια ακλόνητη δομή αξιακών ποιοτήτων, η υπέρβαση αυτή θα ήταν τελείως ανέφικτη αν δεν είχαμε κάποια εξωυποκειμενικά σημεία αναφοράς. Έτσι, θα τολμούσαμε να πούμε ότι οι αξίες μας και ανακαλύπτονται ή ανιχνεύονται και επινοούνται ταυτόχρονα.

 

19.            Πρέπει να τις αναζητήσουμε σε πρακτικές που μας επιτρέπουν να ανοιχτούμε και να συνδεθούμε με τους συνανθρώπους μας, όπως οι δραστηριότητες που εκφράζουν γνωστικό ή επιστημονικό ενδιαφέρον, ηθική ευαισθησία και αλληλεγγύη, ή καλλιτεχνική δημιουργικότητα.

 

γ) μεταξύ υποκειμενισμού και αντικειμενισμού – «ορίζοντες νοηματοδοσίας» Πλησιάζοντας στο τέλος της συνοπτικής ανάλυσής μας, που άρχισε φοβούμαι να γίνεται σχολαστική και κάπως κουραστική, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τα προκαταρκτικά συμπεράσματά μας. Το ερώτημα για το νόημα της ζωής αφορά τελικά τη δυσκολία εξισορρόπησης των διαστάσεων του κανονιστικού στοχασμού μας για το πώς θά ‘πρεπε να ζούμε: ενός υποκειμενικού και ενός αντικειμενικού πόλου που μας αποκαλύπτουν και τη δυσκολία συμφιλίωσης και σύνθεσης των αξιών μας. Η ανάδειξη των αξιών που θα μας κατευθύνουν στην αναζήτησή μας προϋποθέτει αφενός τη συνειδητή και ενεργητική δέσμευση    εκ μέρους μας, που διασφαλίζει την αυθεντικότητα, την ελεύθερη έκφραση της βούλησής μας και τον δυναμικό και δημιουργικό χαρακτήρα των επιλογών μας, και αφετέρου την ανίχνευση καταστάσεων, πραγμάτων και προσώπων που είναι φυσικό να προσελκύουν, να «μαγνητίζουν» θα λέγαμε, τη βούλησή μας.

       ∆εν επινοούμε και προβάλλουμε απλώς την αξιολογική διάσταση, εφόσον η υποκειμενική έλξη που νιώθουμε φωτίζει όψεις του κόσμου που είναι αντικειμενικά ικανές να προκαλέσουν το ενδιαφέρον και την αγάπη μας.

 

       Επιπλέον, για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της αίσθησης του παραλόγου που επισημαίνει ο Νέηγκελ, θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε ορισμένες φιλοσοφικές στρατηγικές περαιτέρω επεξεργασίας του ερωτήματος για το νόημα της ζωής. Πρώτα απ’ όλα, θα αμφισβητούσαμε τις παραδοσιακές αυστηρές διχοτομίες, όπως αυτές μεταξύ υποκειμενικού και αντικειμενικού στοιχείου, και γεγονότος και αξίας – στις οποίες φαίνεται να παγιδευόμαστε. Θα μπορούσαμε ακόμη να σχετικοποιήσουμε σε κάποιο βαθμό και να πλαισιοποιήσουμε την ιχνηλάτηση του νοήματος, τοποθετώντας την πάντοτε μέσα σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα, κάτι που δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε σχετικισμό, αλλά υπαγορεύει την αποδοχή του πλουραλισμού των αξιών.

 

     Το λάθος μας όπως γράφει ο Ουίγκινς είναι ότι μας παρασύρει η ίδια η απόλυτη και μονοσήμαντη διατύπωση του ερωτήματος «Ποιο είναι το νόημα της ζωής;». Νομίζουμε έτσι πως, «....ψάχνουμε για κάτι σαν τον κήπο των Εσπερίδων ή το Ιερό ∆ισκοπότηρο. Όταν διαπιστώνουμε πως δεν υπάρχει τίποτε τέτοιο μέσα στον κόσμο, καμιά ενιαία πηγή όλων των αξιών, κανένα εστιακό σημείο στο οποίο θα προσανατολίζονταν όλα μας τα ενδιαφέροντα, παρηγορούμε τους εαυτούς μας με το να κλεινόμαστε στην εσωτερικότητά μας, πάντα όμως με την ελπίδα ότι θα βρούμε ένα υποκατάστατο αυτού του πράγματος, μέσα μας πια και όχι μέσα στον κόσμο – ή και πέρα από αυτόν. Οπότε είναι αναπόφευκτο η μόνη μας παρηγοριά να είναι η υιοθέτηση κάποιας στάσης πληγωμένης περηφάνιας ή αξιοπρέπειας, και η απόφαση για στράτευση, ή πάλι η ειρωνεία, η παραίτηση και η περιφρόνηση».

 

20.            Αντίθετα, εκείνο που χρειαζόμαστε είναι μια αίσθηση του πλούτου και της ποικιλίας των αξιών και της περιπλοκότητας της εμπειρίας της αναζήτησης νοήματος, ή καλύτερα νοημάτων. Έτσι, μπορούμε να κατανοήσουμε πως η σχέση μας με τον κόσμο που μας περιβάλλει μας δίνει τη δυνατότητα να εξερευνήσουμε ένα πλήθος οριζόντων νοηματοδοσίας που μας υπερβαίνουν. Η αφοσίωσή μας σε αυτή την εξερεύνηση, η οποία συνιστά ταυτόχρονα ανακάλυψη και δημιουργία, θα μας αποκαλύπτει τη ζωή και τη σχέση μας με τα πράγματα και τους ανθρώ πους που μας περιβάλλουν σαν ένα δώρο που μας έχει χαριστεί, ή ακόμη και σαν ένα θαύμα, κάτι για το οποίο μιλούν οι θρησκείες και διάφοροι μυστικοί. Όμως, η αξία της ζήτησής μας δεν έγκειται στο στατικό αποτέλεσμα, τον προορισμό, αλλά τη διαδρομή, το κοινό ταξίδι για την καβαφική Ιθάκη.

 

     Αν φτάσουμε εκεί, αν σταματήσουμε κάπου και εγκαταλείψουμε την πορεία, βλέπουμε το νόημα να εκλείπει. Και για να θυμηθούμε έναν άλλο μεγάλο ποιητή μας, η ζήτηση αυτή προϋποθέτει, αλλά και ενισχύει καθ’ οδόν –παρ’ όλα τα εμπόδια, τους κόπους και τους πόνους της εμπειρίας του Κακού– ένα αίσθημα κατάφασης που είναι δύσκολο να οριστεί, μιαν αγάπη που είμαστε ευτυχισμένοι αν στο ξεκίνημα του ταξιδιού, νιώθουμε μέσα μας «γερή την αρματωσιά της, απλωμένη σαν τις φλέβες όπου βουίζει το αίμα, μια αγάπη με ακατάλυτο ρυθμό, ακατανίκητη σαν τη μουσική και παντοτινή γιατί γεννήθηκε όταν γεννηθήκαμε και σαν πεθαίνουμε, αν πεθαίνει δεν το ξέρουμε ούτε εμείς ούτε άλλος κανείς».

 

21.            Το νόημα της ζωής, αν θέλουμε οπωσδήποτε μια ενιαία και όσο γίνεται απλή απάντηση στο ερώτημά μας, έγκειται στην αφύπνιση, την ενδυνάμωση μέσα μας και την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση αυτής της αγάπης για την οποία μιλάει ο Σεφέρης.

Η συνείδηση είναι "Τα πάντα"


 Του Ανδρέα Τσάκαλη

Οι Φιλόσοφοι όλων των εποχών διακήρυσσαν ότι η συνείδηση είναι πάνω από όλα τα πράγματα, ότι μπορεί να δημιουργήσει ή να μεταβάλλει την ύλη και ότι αυτή είναι η πηγή τόσο του εξωτερικού κόσμου, όσο και του υποκειμενικού, προσωπικού εγώ.

Όπως όμως γνωρίζουμε όλοι, η ιδέα ότι η συνείδηση επηρεάζει την ύλη ήταν  έως τώρα απαράδεκτη για τους επιστήμονες και ιδιαίτερα για τους φυσικούς.

Με τη μηχανιστική και εμπειρική προσέγγισή της, η επιστήμη αγωνίζεται να εξορκίσει το φάντασμα της συνείδησης από κάθε εξίσωση των νόμων της φυσικής. Ωστόσο στα πλαίσια της κβαντικής φυσικής όλα αλλάζουν. O Eυγένιος Bίγκνερ, που έχει πάρει βραβείο Νομπέλ στη φυσική, προτείνει μια επανεξέταση της σχέσης ανάμεσα στη συνείδηση και στην αντικειμενική πραγματικότητα. Μιλάει για μια νέα σχέση ανάμεσα στον παρατηρητή και στο παρατηρούμενο και δέχεται ότι υπάρχουν δυο πραγματικότητες: η υποκειμενική και η αντικειμενική.

Ένας άλλος φυσικός, ο Tζον Xουήλερ του Πανεπιστημίου Πρίνστον, προχωράει ένα βήμα πιο πέρα και λέει ότι είναι καλύτερα αντί της λέξης “παρατηρητής” να χρησιμοποιούμε τον όρο “συμμέτοχος”. Και αναρωτιέται: «Μήπως το σύμπαν, κατά μια έννοια, ήλθε σε ύπαρξη με τη συμμετοχή εκείνων που συμμετείχαν;»

Ποιοι όμως μπορεί να είναι “εκείνοι”; Φυσικά κάποια όντα που θα κατείχαν συνείδηση. Ήταν όμως πολλά, ή μήπως ένα; Γιατί όπως λέει ο αστρονόμος T ζέημς Tζην: «Το σύμπαν μοιάζει σαν μια τεράστια σκέψη μάλλον, παρά σαν μια μεγάλη μηχανή. Αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι ο Νους είναι ο δημιουργός και κυβερνήτης όλου του υλικού κόσμου».

Οι θεωρητικοί φυσικοί αντιλαμβάνονται σήμερα ότι για δεκαετίες οι επιστήμονες επηρέαζαν με τη συνείδησή τους τα πειράματα που εκτελούσαν, τουλάχιστον αυτά που γίνονταν με τα έσχατα σωματίδια ύλης. «Ακόμη και τα ηλεκτρόνια έρχονται σε ύπαρξη μέσω της παρατήρησης», βεβαιώνει ο Φρεντ Άλαν Γουλφ, καθηγητής φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο.

O Γουλφ θεωρείται σήμερα σαν το “μαύρο πρόβατο” της επιστημονικής κοινότητας. Και αυτό είναι φυσικό, αφού δηλώνει απερίφραστα: «Το καθετί στο σύμπαν είναι συνειδητό· το μέλλον μπορεί να επηρεάσει τις παρελθοντικές σας αναμνήσεις· δημιουργείτε ό,τι παρατηρείτε από την κβαντική ομίχλη πιθανοτήτων· κάθε απόφαση που παίρνετε δημιουργεί πολλαπλά σύμπαντα κατοικούμενα από τους πολλαπλούς άλλους εαυτούς σας, που ο καθένας τους ζητάει –από τη δική σας σκοπιά– μια απορριφθείσα ευκαιρία!»

Όταν δεν βράζει η “σούπα”

Οι επιστήμονες τείνουν να επανακαθορίσουν τη στάση τους στην έρευνα για μια αληθινή πραγματικότητα. Βάση κάθε έρευνας είναι η παρατήρηση. Αλλά αν η παρατήρηση επηρεάζει το παρατηρούμενο, πώς θα κριθεί το αποτέλεσμα ενός πειράματος; Αυτό που από καιρό υποψιάζονταν μερικοί θεωρητικοί, επιβεβαιώθηκε ήδη πειραματικά.

Το 1989 έγινε ένα πείραμα στο National Institute of Standards and Technology του Κολοράντο, όπου πέντε χιλιάδες άτομα βηρυλλίου, περιορισμένα μέσα σε ένα μαγνητικό πεδίο (δηλ. σ’ έναν επιταχυντή), εκτέθηκαν σε ραδιοκύματα. Με άλλα λόγια, οι φυσικοί είχαν μια “σούπα” που περίμεναν να βράσει. Και τι έγινε; Τα αποτελέσματα ήταν ευθέως ανάλογα με τη συχνότητα των παρατηρήσεων. Με μια μόνο παρατήρηση (μέσω μιας ακτίνας λέιζερ) σε 1/4 του δευτερολέπτου, τα περισσότερα άτομα είχαν διεγερθεί. Με δυο παρατηρήσεις στο ίδιο διάστημα, διεγέρθηκαν μόνο τα μισά και με τέσσερις παρατηρήσεις στο ίδιο χρονικό διάστημα (στο 1/4 του δευτερολέπτου) δεν διεγέρθηκε κανένα· η “σούπα” δεν έβρασε. Οι επιστήμονες, με τις συχνές παρατηρήσεις τους, επηρέασαν το αποτέλεσμα· είναι σαν να τα υπνώτισαν και τα πάγωσαν.

Φυσικά, η επίδραση του παρατηρητή δεν ισχύει στο επίπεδο της καθημερινής πραγματικότητας. Για παράδειγμα, βλέπετε από μακριά ένα αυτοκίνητο που τρέχει και ένα παιδί που πετάγεται ξαφνικά μπροστά του. Όσο ισχυρή κι αν είναι η πρόθεσή σας, δεν μπορείτε να βοηθήσετε για να αποφευχθεί το μοιραίο κτύπημα· δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε για να αλλάξετε την πορεία των συμβάντων.

Στην καθημερινή πραγματικότητα, όπου όλα υπολογίζονται με μέτρα και σταθμά, ο νόμος αιτίας-αποτελέσματος της κλασικής, νευτώνειας φυσικής, είναι αυτός που καθορίζει τα συμβάντα. Θα μπορούσατε ίσως να επέμβετε, αλλά όχι τόσο αιφνίδια. Χρειάζεστε χρόνο.

Ανάμεσα στην πρόθεση και στην πράξη μεσολαβούν η σκέψη, ο σχεδιασμός, η έντονη επιθυμία, η ενεργοποίηση της απόφασης και, τέλος, η εμμονή σε ό,τι έχει αποφασιστεί. Υπάρχουν επίσης τα εμπόδια που θέτει ο υποκειμενικός κόσμος του ανθρώπου, όπως απωθημένα, προτιμήσεις, αναμνήσεις, τραυματικές εμπειρίες κτλ. Αν ανάμεσα στον παρατηρητή και στην πράξη του δεν υπήρχαν όλοι αυτοί οι παράγοντες, τότε θα μπορούσατε θεωρητικά να αλλάξετε άμεσα ένα συμβάν την ίδια στιγμή που γίνεται. 

Στον πηγαιμό για την Ιθάκη 

Αν πρακτικά δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα, σε τι μας βοηθάει η κβαντική φυσική;  Σε πολλά!...

Πρώτον, είναι μια πηγή έμπνευσης για να κάνουμε εύστοχες συγκρίσεις και παρομοιώσεις. Ακριβώς όπως η κβαντική “σούπα” δεν βράζει όταν παρατηρείται στενά, εξαιτίας της προσοχής που εστιάζεται στη διαδικασία μάλλον παρά στο αποτέλεσμα, έτσι και τα έργα της καθημερινής ζωής είναι πιο επιτυχημένα όταν εστιαζόμαστε στη διαδικασία και όχι στο προσδοκώμενο τέλος· στο ταξίδι και όχι στην Ιθάκη, όπως θα έλεγε ο Καβάφης. Δρώντας με αυτό τον τρόπο, μιμούμεθα τη λειτουργία βαθύτερων δυνάμεων της δημιουργίας και έχουμε έτσι μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας. 

Δεύτερον, αφού η ασθένεια και η υγεία προσδιορίζονται από το σχηματισμό ατόμων, μορίων και κυττάρων που συγκροτούν τα όργανά μας, η ικανότητα της συνείδησης να μεταβάλλει τα άτομα, σημαίνει ότι οι σκέψεις μας μπορούν να θεραπεύσουν το σώμα. «Χωρίς τη φαντασία, είναι αδύνατον να θεραπευτεί το σώμα», υπογραμμίζει πάλι ο Φρεντ Γουλφ στο βιβλίο του ‘’Σε αναζήτηση του Αετού’’. Και αυτό γιατί έχουμε όλοι μας μια έμφυτη εικόνα του σώματος που «θυμάται ακριβώς πού πρέπει να πάνε τα μόρια, για να θεραπεύσουν την πληγή ή για να διορθώσουν ένα σπασμένο κόκαλο».

Πράγματι, όπως είναι γνωστό, το αιθερικό σώμα του ανθρώπου είναι διπλό. Το ένα μέρος είναι εύπλαστο και επηρεάζεται άμεσα από το νου και τη συνείδηση, ενώ το άλλο είναι απλό αντίγραφο του πρώτου, “κολλημένο” στο φυσικό σώμα. Αν το πρώτο αιθερικό υποστεί αλλαγές, μετά από ένα διάστημα αλλάζει και το δεύτερο, επηρεάζοντας έτσι το φυσικό σώμα.

O Φρεντ Άλαν Γουλφ πιστεύει ότι η κβαντική φυσική μπορεί να μας βοηθήσει να απαλλαγούμε από την απλοϊκή ιδέα ότι είμαστε απλώς κομμάτια ζωντανού κρέατος, αισθανόμενα τεμάχια που πλανιούνται σαν έρμαια σε ένα τεράστιο νεκρό σύμπαν. O διάσημος χημικός Oυίλιαμ Kρουκς υποστήριζε ότι «τα μόρια διαθέτουν μια διαρκή ψυχή» και ότι «κάθε άτομο έχει αισθαντικότητα και κινητικότητα», ενώ ο Ιρλανδός φυσικός Τζον Tύνταλ εξηγούσε: «Τα άτομα φαίνεται να διαπνέονται από επιθυμία για ζωή». «Αλλά και τα ηλεκτρόνια», προσθέτει ο Φρεντ Γουλφ, «υφίστανται σε δυο κόσμους: αποτελούν μέρος του φυσικού πεδίου και ταυτόχρονα είναι στοιχεία του νοητικού κόσμου».

εκπληκτικό συμπέρασμα που βγαίνει από όλα αυτά είναι ότι τα ηλεκτρόνια είναι συνειδητά και τη στιγμή του πειράματος ο νους των επιστημόνων συνδέεται με τον στοιχειώδη νου των ηλεκτρονίων. Από την άποψη αυτή η “επίδραση του παρατηρητή” μπορεί να θεωρηθεί ως σύνδεση του παρατηρητή με το παρατηρούμενο: έχουμε απλώς έναν και μοναδικό Νου σε λειτουργία!

Α η ιδέα δεν είναι και τόσο καινούρια. Ήδη από τον 19ο αιώνα, ο Τόμας Έντισον (1847-1931) διακήρυσσε: «Κατά τη γνώμη μου κάθε άτομο κυριαρχείται από ένα ορισμένο ποσό πρωτόγονης νοημοσύνης. Παρατηρήστε τους χιλιάδες τρόπους με τους οποίους τα άτομα του υδρογόνου συνδυάζονται με τα άτομα άλλων στοιχείων για να σχηματίσουν τις πιο διαφορετικές ουσίες. Μήπως θέλετε να πείτε, ότι αυτό γίνεται χωρίς καμιά νοημοσύνη;»

να με τον Φρεντ Γουλφ, οι έσχατες αλήθειες παραμένουν ασύλληπτες, όχι επειδή δεν μπορούμε να εμβαθύνουμε αρκετά, αλλά επειδή η αβεβαιότητα υφίσταται στην καρδιά της πραγματικότητας. «Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει στο σύμπαν», λέει ο Γουλφ. «Δηλαδή πόσο από αυτό είναι πραγματικό και πόσο είναι πλάνη». 

Το βέβαιο είναι ότι οι παρατηρήσεις μας επηρεάζουν αυτό που βλέπουμε – και αυτό συμβαίνει τόσο στην καθημερινή ζωή μας, όσο και στους μακρινούς κόσμους. Έτσι, ο κόσμος είναι πραγματικός και απατηλός ταυτόχρονα.

ΠΗΓΗ: http://www.youmagazine.gr

ΠΗΓΗ: 


Το μυστήριο της ύπαρξης - Κβαντική Αποκάλυψη

infinite  
Στο παρακάτω βίντεο θα δείτε επιστήμονες να μιλάνε για την πραγματικότητα της ύπαρξης. Όλα όσα λένε είναι πραγματικότητα... και υπάρχει περίπτωση να έρθετε σε πολύ δύσκολη θέση ψυχολογικά να χωνέψετε αυτή την αλήθεια. Την πληροφορία αυτή, ως άνθρωποι, δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να την ξεσκαλίσουμε και να την γνωρίσουμε... είναι το τελευταίο σκαλοπάτι της γνώσης... διότι έχοντας αυτή τη γνώση στο μυαλό σου, "χάνονται" πολλές αξίες της ζωής σου... όσον αφορά την αντίληψή σου για την ζωή.
 Κάντε κλικ εδώ για να δείτε το βίντεο: ==>Το μυστήριο της ύπαρξης - Κβαντική Αποκάλυψη
Δείτε επίσης:     

Το τέρας μέσα μας: Το πείραμα του Μίλγκραμ (+ Βίντεο)

 Milgram-Experiment1



Το 1961, ο είκοσι εφτάχρονος Στάνλει Μίλγκραμ, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Γέιλ, αποφάσισε να μελετήσει την υπακοή στην εξουσία. Το πείραμα του Μίλγκραμ είναι ένα από τα πιο γνωστά αντιδεοντολογικά πειράματα της ψυχολογίας, ουσιαστικά μια «φάρσα» που ξεγύμνωσε την ανθρώπινη ψυχή.


Το Πείραμα Υπακοής (Milgram) 1/2
Το Πείραμα Υπακοής (Milgram) 2/2
 Είχαν περάσει λίγα μόνο χρόνια από τα φρικτά εγκλήματα των Ναζί και γινόταν μια προσπάθεια κατανόησης της συμπεριφοράς των απλών στρατιωτών και αξιωματικών των SS, οι οποίοι είχαν εξολοθρεύσει εκατομμύρια αμάχων.
Η ευρέως αποδεκτή εξήγηση –πριν το πείραμα του Μίλγκραμ- ήταν η αυταρχική τευτονική διαπαιδαγώγηση και η καταπιεσμένη –κυρίως σεξουαλικά- παιδική ηλικία των Γερμανών.
Όμως ο Μίλγκραμ ήταν κοινωνικός ψυχολόγος και πίστευε ότι αυτού του είδους η υπακοή –που οδηγεί στο έγκλημα- δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της προσωπικότητας, αλλά περισσότερο των πιεστικών συνθηκών.

Και το απέδειξε κάνοντας τη «φάρσα» του.

Τα υποκείμενα του πειράματος ήταν εθελοντές, κυρίως φοιτητές, οι οποίοι καλούνταν έναντι αμοιβής να συμμετέχουν σε ένα ψυχολογικό πείραμα σχετικό με τη μνήμη.


 Milgram-Experiment2

Χώριζε τους φοιτητές σε ζεύγη και –μετά από μια εικονική κλήρωση- ο ένας έπαιρνε το ρόλο του «μαθητευομένου» και ο άλλος του «δασκάλου».
Ο έκπληκτος «μαθητευόμενος» δενόταν χειροπόδαρα σε μια ηλεκτρική καρέκλα και του περνούσαν ηλεκτρόδια σε όλο το σώμα. Έπειτα του έδιναν να μάθει δέκα ζεύγη λέξεων.

Ο «δάσκαλος», από την άλλη, καθόταν μπροστά σε μια κονσόλα ηλεκτρικής γεννήτριας. Μπροστά του δέκα κουμπιά με ενδείξεις: «15 βολτ, 30 βολτ, 50 βολτ κλπ.» Το τελευταίο κουμπί έγραφε: «450 βολτ. Προσοχή! Κίνδυνος!» 
Πίσω από το «δάσκαλο» στεκόταν ο πειραματιστής, ο υπεύθυνος του πειράματος.

(Και περνάμε σε ενεστώτα για να γίνουμε μέτοχοι της στιγμής.)
«Θα λέτε την πρώτη λέξη από τα ζεύγη στο μαθητευόμενο. Αν κάνει λάθος θα σηκώσετε το πρώτο μοχλό και θα υποστεί ένα ηλεκτροσόκ 15 βολτ. Σε κάθε λάθος θα σηκώνετε τον αμέσως επόμενο μοχλό», λέει ο πειραματιστής και ο «δάσκαλος» αισθάνεται ήδη καλά που δεν του έτυχε στην κλήρωση ο άλλος ρόλος.

Το πείραμα ξεκινάει. Ο «δάσκαλος» λέει τις λέξεις από το μικρόφωνο. Ο «μαθητευόμενος», ήδη τρομαγμένος, απαντάει σωστά, αλλά όχι για πολύ.
Μόλις κάνει το πρώτο λάθος ο «δάσκαλος» γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος του λέει να προχωρήσει στο πρώτο ηλεκτροσόκ. Ο «δάσκαλος» υπακούει.
15 βολτ δεν είναι πολλά, αλλά ο «μαθητευόμενος» έχει αλλάξει ήδη γνώμη. Παρ’ όλα αυτά απαντάει σωστά σε άλλη μια ερώτηση, αλλά στο επόμενο λάθος δέχεται 30 βολτ.
«Αφήστε να φύγω», λέει ο «μαθητευόμενος» που δεν μπορεί να λυθεί. «Δε θέλω να συμμετάσχω σε αυτό το πείραμα.»
Ο «δάσκαλος» κοιτάει τον πειραματιστή. Εκείνος του κάνει νόημα να συνεχίσει.


 Milgram-Experiment3

Τα βολτ αυξάνονται και τώρα πια ο πόνος είναι εμφανής στο πρόσωπο του «μαθητευόμενου», που εκλιπαρεί να τον αφήσουν ελεύθερο.

Στα 200 βολτ ταρακουνιέται ολόκληρος. Ο «δάσκαλος» πριν κάθε ηλεκτροσόκ γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος, με σταθερή φωνή, του λέει ότι το πείραμα πρέπει να συνεχιστεί.
Ο «δάσκαλος» συνεχίζει να βασανίζει έναν άγνωστο, έναν απλό φοιτητή που κλαίει, ζητάει τη βοήθεια του Θεού και παρακαλεί να τον λυπηθούν. Δεν μπορεί πια να απαντήσει στις ερωτήσεις, αλλά ο πειραματιστής λέει στο «δάσκαλο»:
«Τη σιωπή την εκλαμβάνουμε ως αποτυχημένη απάντηση και συνεχίζουμε με την τιμωρία.»
Στα 345 βολτ ο «μαθητευόμενος» τραντάζεται ολόκληρος, ουρλιάζει και χάνει τις αισθήσεις του.
Ο «δάσκαλος», ιδρωμένος και με τα χέρια του να τρέμουν, κοιτάει τον πειραματιστή.
«Μην ανησυχείτε», λέει εκείνος, «το πείραμα είναι απολύτως ελεγχόμενο... Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό.»
«Μα είναι λιπόθυμος», λέει ο «δάσκαλος».
«Δεν έχει καμιά σημασία. Το πείραμα πρέπει να ολοκληρωθεί. Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό.»




Πόσοι από τους εθελοντές έφτασαν ως τον τελευταίο μοχλό;

Πριν ξεκινήσει το πείραμα του ο Μίλγκραμ είχε κάνει μια «δημοσκόπηση» ανάμεσα στους ψυχιάτρους και στους ψυχολόγους, ρωτώντας ‘τους τι ποσοστό των εθελοντών θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό.

Σχεδόν όλοι απάντησαν ότι κανείς δε θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό, πέρα ίσως από κάποια άτομα με κρυπτοσαδιστικές τάσεις, καθαρά παθολογικές.
Δυστυχώς έκαναν λάθος.


Μόλις το 5% των «δασκάλων» αρνήθηκαν εξ’ αρχής να συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο πείραμα και αποχώρησαν –συνήθως βρίζοντας τον πειραματιστή.
Το υπόλοιπο 95% προχώρησε πολύ το πείραμα, πάνω από τα 150 βολτ.
Και το 65%... Έφτασε μέχρι τον τελευταίο μοχλό, τα πιθανότατα θανατηφόρα 450 βολτ!

Που έγκειται η φάρσα;
Ο «μαθητευόμενος» δεν ήταν φοιτητής, αλλά ηθοποιός, που είχε προσληφθεί από το Μίλγκραμ για αυτόν ακριβώς το «ρόλο».
Δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε ηλεκτροσόκ. Ο ηθοποιός υποκρινόταν.
Το μοναδικό πειραματόζωο ήταν ο «δάσκαλος».

Όμως τα αποτελέσματα ήταν αληθινά: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων θα υπακούσει και θα βασανίσει –ίσως και θα σκοτώσει- έναν άγνωστο του, αρκεί να δέχεται εντολές από κάποιον με κύρος (στην προκειμένη περίπτωση επιστημονικό) και ταυτόχρονα να αισθάνεται ότι δεν τον βαρύνει η ευθύνη για ό,τι συμβεί –αφού εκείνος «απλά ακολουθούσε τις διαταγές».

Και φυσικά οι περισσότεροι από εμάς θα σκεφτούν όταν μάθουν για αυτό το πείραμα: «Εγώ αποκλείεται να έφτανα ως τον τελευταίο μοχλό.»

Όμως δείτε τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, κάθε μέρα.
Ο υπάλληλος της ΔΕΗ που δέχεται να κόψει το ρεύμα από έναν άνεργο ή άπορο, ξέροντας ότι έτσι τον ταπεινώνει, τον υποβάλει σε ένα διαρκές βασανιστήριο και πιθανότατα θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του, ανήκει στο 65% του τελευταίου μοχλού. Και δεν είναι καθόλου κρυπτοσαδιστής. Απλά ακολουθάει τις εντολές που του έδωσαν.


Ο υπάλληλος του σούπερ-μάρκετ που σου δίνει το χαλασμένο ψάρι και σε διαβεβαιώνει ότι είναι φρέσκο (μιλώ εξ’ ιδίας πείρας, ως αγοραστής) δε σε μισεί, παρότι γνωρίζει ότι μπορεί να πάθεις και δηλητηρίαση. Απλώς ακολουθάει εντολές.


Ο αστυνομικός ο οποίος ραντίζει με χημικά τους διαδηλωτές δεν είναι κρυπτοσαδιστής –αν και πολλοί θα διαφωνήσουν στο συγκεκριμένο παράδειγμα. Απλώς κάνει τη δουλειά του.

Ο υπάλληλος της εφορίας ή της τράπεζας που υπογράφει την κατάσχεση κάποιου σπιτιού για 1.000 ευρώ χρέος, θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό στο πείραμα. Γιατί υπακούει.

Ο πολιτικός που υπογράφει το μνημόνιο το οποίο οδηγεί ένα ολόκληρο έθνος στην εξαθλίωση του νεοφιλελευθερισμού θα έφτανε μέχρι τον τελευταίο μοχλό. Και αυτός υπακούει, σε εντολές πολύ πιο ισχυρές από εκείνες του πειραματιστή με την άσπρη φόρμα.

Αν όμως δούμε το πείραμα του Μίλγκραμ από την ανθρωπιστική-ηθική του πλευρά (από την πλευρά του 5% που αρνήθηκε να υπακούσει) θα καταλάβουμε ότι κανένας δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Αν σε διατάζουν να κάνεις κάτι που προκαλεί κακό στον άλλον, στο συμπολίτη σου, σε έναν μετανάστη, σε έναν άνθρωπο (ή σε ένα ζώο, αλλά αυτό περιπλέκει πολύ τα πράγματα, εφόσον συνεχίζουμε να τρώμε κρέας), πρέπει να αρνηθείς να υπακούσεις. Ακόμα κι αν χάσεις το μπόνους παραγωγικότητας, την προαγωγή, την επανεκλογή, τη δουλειά σου.


Μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να αρνηθούμε να υπακούσουμε στις «μικρές» και καθημερινές εντολές βίας –με τις οποίες οι περισσότεροι ασυνείδητα συμμορφωνόμαστε, μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να προβούμε σε μια γενικευμένη και μέχρι τέλους πολιτική, κοινωνική, καταναλωτική ανυπακοή, μόνο όταν μάθουμε να συμπεριφερόμαστε ως αυτεξούσιοι άνθρωποι και όχι ως ανεύθυνοι υπάλληλοι, μόνο τότε θα μπορέσουμε να γκρεμίσουμε τη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού που μας θέλει υπάνθρωπους, υπάκουους και υπόδουλους.


Και μια τελευταία παρατήρηση:


Τα υποκείμενα του πειράματος του Μίλγκραμ, οι εθελοντές φοιτητές, μάθαιναν από εκείνον ποιος ήταν ο στόχος του πειράματος. Μάθαιναν ότι ο «μαθητευόμενος» ήταν ηθοποιός και ότι δεν είχε ποτέ υποστεί ηλεκτροσόκ.

Ο Μίλγκραμ το έκανε αυτό για να τους ανακουφίσει, αλλά πέτυχε το ακριβώς αντίθετο.
Αυτοί οι άνθρωποι, ειδικά το 65% που είχε φτάσει ως τον τελευταίο μοχλό, πέρασαν την υπόλοιπη ζωή τους κυνηγημένοι από τις Ερινύες της πράξης τους. Γιατί συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν τόσο αθώοι και τόσο «καλοί» όσο ήθελαν να πιστεύουν για τον εαυτό τους.

(Περισσότερα για το πείραμα του Μίλγκραμ μπορείτε να διαβάσετε στο υπέροχο βιβλίο της Lauren Slater: «Το κουτί της ψυχής», από τις εκδόσεις Οξύ, μετάφραση Δέσποινα Αλεξανδρή, 2009)

Το φυτό που σκοτώνει τον καρκίνο σε 40 ημέρες!


Κινέζικο φυτό σκοτώνει τον καρκίνο σε 40 ημέρες...
Ενα ελάχιστα γνωστό φυτό με ένα πραγματικά περίεργο όνομα κάνει τώρα πρωτοσέλιδα ως… δολοφόνος του καρκίνου, με την ένωση του φυτού εξαφανίστηκαν οι όγκοι σε ποντίκια με καρκίνο του …παγκρέατος.
Γνωστό ως η «βροντή του θεού της αμπέλου» ή lei gong teng, το κινεζικό φυτό έχει ενσωματωθεί στην κινεζική ιατρική και έχει χρησιμοποιηθεί για αιώνες για την αποκατάσταση, υπό ορισμένες προϋποθέσεις όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα από το Πανεπιστημίο του Τεκτονικού Κέντρου για τον Καρκίνο στην Μινεσότα www.cancer.umn.edu, η ένωση των φυτών δεν οδήγησε σε κανένα σημάδι όγκου μετά από μια περίοδο 40 ημερών – ακόμη και μετά τη διακοπή της θεραπείας. 
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine και χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας, ακόμη και οι επιστήμονες που εργάζονται για το έργο είχαν μείνει άφωνοι από τις αντικαρκινικές ιδιότητες της ένωσης.
Περιέχει κάτι που είναι γνωστό ως τριπτολίδη, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως μαχητής του καρκίνου σε προηγούμενη έρευνα, που πιστεύεται ότι είναι το βασικό συστατικό που μπορεί να είναι υπεύθυνο για τις αντικαρκινικές ικανότητες.
Ο αντιπρόεδρος της έρευνας στο Κέντρο Καρκίνου εξήγησε στο Bloomberg:
Αυτό το φάρμακο είναι απίστευτα ισχυρό για να σκοτώνει τα καρκινικά κύτταρα, είπε. Οπως και με πολλές άλλες ισχυρές ουσίες, όπως η κουρκούμη και το τζίντζερ, η επικρατούσα τάση στην επιστήμη είναι ακόμη αργά για να επιβεβαιώσει αυτό που πολλοί στην παραδοσιακή ιατρική έχουν γνωστό για ολόκληρη τη ζωή τους.
Αυτό φυσικά, οφείλεται στο γεγονός ότι απλά δεν υπάρχει χρήμα για μεγάλες εταιρείες να ερευνήσουν τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων και φυσικών ενώσεων, όπως η ένωση που βρίσκεται στο lei gong teng.
Το Turmeric (κουρκουμάς) και το τζίντζερ, για παράδειγμα, έχει βρεθεί ότι έχει καταπληκτικές αντικαρκινικές ουσίες που είναι σχεδόν δωρεάν σε σύγκριση με τα ακριβά και επικίνδυνα φάρμακα κατά του ουσίες και βασικό, χωρίς παρενέργειες!
Παρ ‘όλα αυτά, οι μεγαλοφαρμακευτικές έχουν καταφέρει να αγνοήσουν αυτά τα μπαχαρικά όσο το δυνατόν περισσότερο.
Στην πραγματικότητα, έχουν ακόμη επινοήσει χιλιάδες μελέτες που να καταδεικνύουν με δόλο την υποτιθέμενη αξία των φαρμακευτικών προϊόντων που προωθούνται από τις μεγάλες φαρμακευτικές.

pentapostagma.gr

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Επικοινωνήστε μαζί μας και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης