Κυλιόμενο κείμενο

Προτού τα μάτια μπορέσουν να δουν, => Πρέπει να έχουν μάθει να μη δακρύζουν!... Προτού τo αφτί μπορέσει ν ‘ακούσει,=> Πρέπει να έχει χάσει την ευαισθησία του!... Προτού η φωνή μπορέσει να μιλήσει,=> Πρέπει να έχει γίνει ανίκανη να πληγώσει!... Προτού η καρδιά μπορέσει ν’ αγαπήσει,=> Πρέπει να έχει μάθει να μην πονάει!... Μόνο τότε τα μάτια θα μπορούν να δούνε την αλήθεια, το αυτί να την ακούσει, η καρδιά να αγαπήσει κάθε κρίκο της αλυσίδας του μικρόκοσμου, και η γλώσσα θα μπορεί να μιλήσει χωρίς να πληγώσει ούτε έναν απ' αυτούς τους κρίκους του μικρόκοσμου. "Μοναχικός Λύκος" - Μιχάλης I. Γκουντέβενος

Αποποίηση ευθύνης...

ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ… , => Δεν ήμαστε δημοσιογραφική σελίδα, και ως εκ τούτου δεν επαληθεύουμε τα θέματα, απλά κάνουμε αναμετάδοση θεμάτων, ειδήσεων, videos, κλπ. και όχι ρεπορτάζ. Για παράπονα, ενστάσεις ή αντιρρήσεις απευθυνθείτε στην ΕΝΕΡΓΗ πηγή της είδησης που υπάρχει στο τέλος κάθε Ανάρτησης και κάθε θέματος (Ο διαχειριστής: Μιχάλης I. Γκουντέβενος)

''Πάμε στοίχημα''

Αγαπητοί αναγνώστες

ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ… , => Στείλτε τις απόψεις σας, την ιστορία σας, το θυμό σας, τα παράπονά σας, τα δικάσας θέματα στο email μας: mc-goud@hotmail.com, και εμείς θα τα δημοσιεύσουμε... ( δεν χρειάζεται να εγγραφείτε!...) (Μιχάλης I. Γκουντέβενος - Διαχειριστής)...

Σχόλια από "Μοναχικός Λύκος"


Η σελίδα "Μοναχικός Λύκος" θεωρεί αυτονόητο ότι όλοι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα σχολιασμού, κριτικής και ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.

Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θα θέλαμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν θα δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, ή υβριστικού, ή προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου.

Επίσης, σύμφωνα με τις αρχές μας, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Οπότε, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.

Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.

Η σελίδα "Μοναχικός Λύκος" δεν θα δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.

Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον εκάστοτε συντάκτη τους και το περιεχόμενό τους δε συμπίπτει κατ' ανάγκην με την άποψη της σελίδας μας.


Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Στο φως το άγνωστο «αρχείο Παττακού»

Ο κομμουνιστής Μπακογιάννης και ο… επικινδυνέστερος του Παπανδρέου


Στο φως το άγνωστο «αρχείο Παττακού»
Ένας κόσμος που βρισκόταν καταχωνιασμένος στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, ήρθε ξανά στο φως, αναδεικνύοντας πολιτικές πρακτικές, ηθικές αξίες και ιδεοληψίες της μετεμφυλιακής εποχής και της χούντας των συνταγματαρχών.

Στο υπουργείο Εσωτερικών εδώ και σχεδόν δύο χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη μια προσπάθεια διάσωσης και ανάδειξης του ιστορικού αρχείου του. Η διεξοδική έρευνα σε υπόγεια και αποθήκες, ανάμεσα σε τόνους από σαβούρα και σωρούς από άχρηστα αντικείμενα, έβγαλε τελικά «θησαυρό», σύμφωνα με το ΑΜΠΕ.

Εκτός από χιλιάδες σελίδες από νόμους, εγκυκλίους, υπουργικές αποφάσεις, καθώς και στοιχεία και τεκμήρια που αφορούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, εντοπίστηκε και το λεγόμενο «Αρχείο Παττακού». Ξεχασμένο εδώ και μισό αιώνα, αποτελείται από στοιχεία για τα φρονήματα και την πολιτική δράση των αιρετών της Αυτοδιοίκησης σε όλη την επικράτεια, που απέστειλαν την 'Ανοιξη του 1967 νομάρχες, καθώς και κατά τόπους διοικητές της Χωροφυλακής και του Στρατού προς τον τότε υπουργό Εσωτερικών του νεοσύστατου δικτατορικού καθεστώτος κατόπιν σχετικού αιτήματος του τελευταίου. Στο αρχείο υπάρχουν επίσης ενσωματωμένες επιστολές απλών πολιτών που ανέλαβαν με δική τους πρωτοβουλία να καταγγείλουν πρόσωπα και καταστάσεις με σκοπό την «διαφύλαξην του Εθνοσωτηρίου έργου της Επαναστάσεως». Πρακτική που τα λεξικά της νέα ελληνικής γλώσσας περιγράφουν στο λήμμα «χαφιεδισμός».

Με αυτό τον τρόπο οι υπηρεσίες του υπουργείου ενημερώθηκαν π.χ. ότι επικεφαλής δήμου (τα ονόματα προσώπων και τόπων και τα προσωπικά δεδομένα είναι καλυμμένα) είναι «σαφώς κεντρώος. Ερυμουλκύθη πλήρως υπό των κομμουνιστών και ετήρησεν πιστώς την γραμμήν των. 'Ατομον άβουλον, άνευ ιδιαιτέρων ικανοτήτων και άνευ του επιβαλλομένου κύρους. Φερέφωνον και τυφλόν όργανον της ΕΔΑ». Δεν ήταν όμως μόνο ο δήμαρχος «κόκκινος», καθώς ο αναπληρωτής του, ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου και ένας δημοτικός σύμβουλος ήταν χαρακτηρισμένοι ως «κομμουνισταί Γ΄ κατηγορίας» (δηλαδή «επικίνδυνος κομμουνιστής», κατηγορία Α΄: «συμπαθώς κομμουνιστής», κατηγορία Β΄: «ενεργός κομμουνιστής»), οι οποίοι φυσικά συνελήφθησαν και παύθηκαν από τα καθήκοντά τους.

Εκτός πνεύματος του καθεστώτος ήταν και πέντε δημοτικοί σύμβουλοι δήμου της πρωτεύουσας, με αποτέλεσμα οι τέσσερις εξ αυτών να απολυθούν τον Μάιο του 1967 με απόφαση του Στρατιωτικού Διοικητή Αθηνών. Ο ένας ήταν «κεντρώος με αριστεράς τάσεις», ο άλλος «κεντρώος άνευ συγκροτήσεως και ικανοτήτων. Ασχολείται περισσότερον με τα ατομικά του συμφέροντα χωρίς να δεικνύει ενδιαφέρον δια τα κοινά. Αρνητικόν στοιχείον». Ο τρίτος «φανατικός και εμπαθής κεντρώος με αριστεράς τάσεις. Οπαδός του Ανδρέα Παπανδρέου. Καίτοι επιστήμων, δεν έχει απόλυτον κύρος. Αρνητικόν στοιχείον, μη εμπνέον εμπιστοσύνη». Για τους άλλους οι περιγραφές για την προσωπικότητά τους είναι περιττές. Αρκεί ο χαρακτηρισμός «κομμουνισταί Γ΄ κατηγορίας» και η υποσημείωση ότι συνελήφθησαν και κρατούνται.
Κι ενώ οι επίσημες αναφορές είναι τηλεγραφικές, οι επιστολές των απλών πολιτών βρίθουν από λεκτικές περικοκλάδες εις άπταιστον καθαρεύουσα. Εδώ η μορφή είναι σε γενικές γραμμές κοινή: Στην αρχή, ο αποστολέας εξυμνεί το έργο της κυβέρνησης και εκφράζει την ικανοποίηση του ιδίου και των περισσοτέρων συντοπιτών του για το ότι θα προχωρήσει «εις την κάθαρσιν των ερειπίων, τα οποία μας επεσώρευσεν ο παλαιοκομματισμός» και θα οδηγήσει στη δημιουργία της «Νέας Ελλάδος». «Η 21η Απριλίου», τονίζεται χαρακτηριστικά σε μια επιστολή, «είναι η εσχάτη σανίς σωτηρίας της φυλής μας και αισθανόμεθα ότι το έργο της πρέπει να είναι πλήρες, ακέραιον και αλάθητον και να διαφυλαχθεί ως κόρην οφθαλμού».

«Η Ελλάς Ανέστη»

Πρώην δημοτικός σύμβουλος σε δήμο της Αττικής, εκφράζει με βεβαιότητα ότι «η ελληνική ιστορία είναι η μόνη φορά που θα αναγκαστεί να κατατάξει δημοσίους άνδρας εις το πάνθεον των Αγίων διότι 'Αγιος είναι ο τόπος αυτός που λέγεται Ελλάς». Για έναν 60χρονο από το Κιλκίς με τη νέα κυβέρνηση «η Ελλάς Ανέστη», ενώ «με την αδιαφορία των προηγούμενων κυβερνήσεων συγκεντρώθηκαν επικίνδυνα σύννεφα πάνω από τη χώρα, αλλά ως εκ θαύματος βρέθηκαν άνθρωποι με πραγματικό ελληνικό αίμα και διέλυσαν τα σύννεφα σαν χάρτινους πύργους και έλαμψε ο ήλιος, έλαμψε η ελευθερία, η Δημοκρατία και η ανεξαρτησία».

Στη συνέχεια υπάρχει σύντομη αυτοπαρουσίαση κατά την οποία κυριαρχούν οι περγαμηνές του γράφοντος στον πόλεμο του 1940, και ιδίως στον «κομμουνιστοσυμμοριτοπόλεμο», ενώ δεν παραλείπονται να τονιστούν τα πατριωτικά αισθήματα του ιδίου και της οικογένειάς του.

Και τέλος ακολουθεί το κυρίως θέμα: η κατάδοση τοπικών αρχόντων και λοιπών συγχωριανών με δημόσια αξιώματα, που όμως κατά τους αποστολείς δεν αξίζουν τη θέση που κατέχουν λόγω αριστερών φρονημάτων, που πολύ συχνά συνοδεύονται και από έλλειψη ικανοτήτων και ηθικής. Εκφράζοντας το κοινό αίσθημα των συντοπιτών τους, οι επιστολογράφοι ζητούν την καθαίρεση των τοπικών δημάρχων, κοινοταρχών ή δημοτικών και κοινοτικών συμβούλων, ενώ ορισμένοι δεν διστάζουν να αυτοπροταθούν για κάλυψη χηρεύουσας θέσης. Όπως για παράδειγμα ένας κάτοικος χωριού της Πέλλας που ενημερώνει τον Παττακό ότι τώρα που ο κοινοτάρχης της περιοχής καθαιρέθηκε, ζητά να αναλάβει ο ίδιος «διότι κανείς εκ των συγχωριανών μου δεν έχει τα προσόντα μου», ενώ εάν δεν διορισθεί σε αυτή τη θέση προτείνει να τοποθετηθεί έστω αρχηγός των τοπικών ΤΕΑ (Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης).

Ο κομμουνιστής Παύλος Μπακογιάννης

Ανάμεσα στις επιστολές ξεχωρίζει ενός Λευκαδίτη μετανάστη στη Γερμανία, ο οποίος διαμαρτύρεται για την εκπομπή του Παύλου Μπακογιάννη στην «Deutche Welle», γιατί όπως καταγγέλλει, μεταδίδει «σχόλια, κρίσεις και συμπεράσματα ευνοϊκώς προσκείμενα του διεθνούς κομμουνισμού».

Έμπορος μοτοποδηλάτων από την Αργολίδα εκφράζει την απορία ότι ενώ για να διορισθεί κάποιος κλητήρας ή αγροφύλακας ερευνάται το παρελθόν και τα φρονήματα ακόμα και των θείων και ξάδελφών του, «πως είναι δυνατόν να διορισθή δήμαρχος πόλεως, πρόσωπον του οποίου ο μεν πατήρ, άτομον ρευστής συνειδήσεως, αξιωματικός ων υπηρετών την εποχήν εκείνην εις τα Τάγματα Ασφαλείας, κατεπρόδωσε την Εθνικήν παράταξιν και τους συνστρατιώτας προσχωρήσας εις τον ΕΛΑΣ, ο δε περί ου ο λόγος υιός, φορεύς του παλαιοκομματικού πνεύματος, έξαλλος και ασταθής, εγωιστικός και ιδιοτελής τον χαρακτήρα, κάκιστα ως δήμαρχος πολιτευόμενος και τελείως προς το πνεύμα της επαναστάσεως ασυμβίβαστος...».

Στρατιωτικός Διοικητής στην Ηλεία καταγγέλλεται ότι «άγεται και φέρεται από πρόσωπα εθνικόφρονα μεν, αλλά ουχί αξιοπρεπή και τίμια», διόρισε στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών, «άνθρωπον αγράμματον, άξεστον και ουχί τίμιον, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει πρώην βουλευτή, με τον οποίο υπηρέτησαν μαζί στην Κατοχή στα Τάγματα Ασφαλείας, ενώ και ολόκληρη η οικογένειά του αποτελούσε τους μαγγουροφόρους του».

Ο «επικινδυνέστερος του Ανδρέα Παπανδρέου»

Ο πρόεδρος της Εθνικής Ενώσεως Αναπήρων και Θυμάτων Πολέμου ακριτικής πόλης ενημερώνει ότι ο τότε δήμαρχος «τυγχάνει επικινδυνέστερος του Ανδρέα Παπανδρέου», ενώ ο προτεινόμενος αντικαταστάτης του είναι «αντιπαθέστερος του πρώτου λόγω μεγίστου Σατραπισμού του και περιφρονήσεως των πάντων».

Για πρόεδρο κοινότητας των Ιωαννίνων αναφέρεται ότι «από φανατικός εαμίτης κατά την εποχή της εαμοκρατίας, ως στρατιωτικός υπεύθυνος, μετά την αποκατάσταση του κράτους κατόρθωσε να απαλλαγεί πάσης κατηγορίας και να παρουσιάσει σήμερα ψευδείς περγαμηνές εθνικόφρωνος ήρωος».

Εκτός από το «Αρχείο Παττακού», το ιστορικό αρχείο του υπουργείου Εσωτερικών περιλαμβάνει ακόμη αποφάσεις αφαίρεσης της Ιθαγένειας των «αντεθνικώς δρώντων» κομμουνιστών κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου (π.χ. όλων των μελών της «Κυβέρνησης του Βουνού») και της απριλιανής δικτατορίας, στοιχεία για τους διατελέσαντες νομάρχες, τα εκλογικά αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών από το 1928 και μετά, το αρχείο εκλογικών εγκυκλίων, καθώς και τις θεσμικές, γεωγραφικές, διοικητικές και λοιπές μεταβολές της τοπικής αυτοδιοίκησης.

Σημαντικό μέρος του αρχείου άρχισε ήδη να ψηφιοποιείται προκειμένου να αποδοθεί το υλικό στην ερευνητική κοινότητα και σε κάθε ενδιαφερόμενο.

Το υλικό είναι του Αθηναϊκού - Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων:











Η ΑΘΗΝΑ υπήρξε χωριό πριν γίνει πρωτεύουσα...



Η Αθήνα υπήρξε χωριό πριν γίνει πρωτεύουσα; Τι λένε τα στοιχεία για τον πληθυσμό, τα σπίτια και τις εμπορικές επιχειρήσεις. Τι δείχνουν οι χάρτες και οι μαρτυρίες των ξένων ταξιδιωτών.

Ποιές πόλεις την ανταγωνίζονταν

Στην ιστοριογραφία η Αθήνα των νεωτέρων χρόνων παρουσιάζεται σε πολλά κείμενα και περιγραφές ως μια μάλλον μια ασήμαντη πόλη προτού επιλεγεί ως πρωτεύουσα του ελευθέρου κράτους. Είναι ένα θέμα που το έχουμε βρει πολλές φορές μπροστά μας και το αναπαράγουμε. Φυσικά η έννοια «χωριό» στις δημοσιογραφικές αναφορές δεν συνδέεται με την πληθυσμιακή εικόνα της περιοχής, αλλά με την γενικότερη εικόνα, τις υποδομές και το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων που υστερούσε αφάνταστα σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που βρίσκονταν τότε σε ακμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Αθήνα των χρόνων της απελευθέρωσης ήταν ασήμαντη και ότι της δόθηκε αυθαίρετα το προνόμιο της πρωτεύουσας. (Η αρχική φωτογραφία του Οδυσσέα Φωκά ελήφθη στην Πύλη του Αδριανού περί το 1893 στην Αθήνα).

Η Ακρόπολις με σπίτια την περίοδο της τουρκοκρατίας. Απεικόνιση του Edward Dodwell, 1805.

Το θέμα ανέπτυξε με ακρίβεια ο ιστορικός Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, στην ηλεκτρονική έκδοση της έκδοσης η «Αρχαιολογία της πόλης των Αθηνών» του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.

«Όταν έγινε η επιλογή της ως Πρωτεύουσας, η Αθήνα ήταν ένα χωριό 4.000 κατοίκων και ο Πειραιάς μια ασήμαντη ιχθυόσκαλα».

«Ήσαν δε τότε [1834] αι Αθήναι κωμόπολις 10 ή 12.000 κατοίκων, πλήρης ερειπίων, ολίγας οικίας παρά τους πρόποδας της Ακροπόλεως έχουσα» (Παραπ.1).

Αυτές είναι κάποιες χαρακτηριστικές φράσεις, με κλιμακούμενες αποχρώσεις αυτής της αντίληψης. Εντούτοις, οι μαρτυρίες της εποχής υποδηλώνουν ότι αυτή η εντύπωση δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα. «Η Αθήνα η πόλις» αποτελεί το σκηνικό των ενθυμημάτων του Παναγή Σκουζέ «από τα 1788 έως τα 1796», ενώ την γενέθλια «πολιτεία των Αθηνών» επισκέπτεται ο Παναγιώτης Κοδρικάς στα 1789 (Παραπ.2).  Φτάνοντας με τον Λόρδο Βύρωνα στην Αθήνα το 1810 ο Βαρώνος Hobhouse και ακούγοντας τον οδηγό τους να λέει «αφέντη, να η χώρα», νόμιζε ότι άκουσε «να το χωριό»,  αλλά «έκπληκτοι είδαμε σε μια πεδιάδα, σε μεγάλη από μας απόσταση, μια μεγάλη πόλη γύρω από ένα περίοπτο ύψωμα, πάνω στο οποίο μπορέσαμε να διακρίνουμε κάποια οικοδομήματα, και πέραν αυτής της πόλεως, τη θάλασσα» (Παραπ.3).

Άποψη της πόλης των Αθηνών, σε πίνακα του Richard Temple, όπως την αντίκρισαν ο λόρδος Βύρωνας και ο βαρώνος Hobhouse το έτος 1810. Στο αριστερό άκρο της εικόνας διακρίνεται η Πύλη του Αδριανού και στο δεξιό το Θησείο. Σε πρώτο πλάνο αριστερά, η ρεματιά που αργότερα εξελίχθηκε στις οδούς Δημοκρίτου-Βουκουρεστίου (Πηγή: J. C. Hobhouse, A journey through Albania and other provinces of Turkey in Europe and Asia, to Constantinople, during the years 1809 and 1810, Λονδίνο 1813).

Πράγματι, σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, η Αθήνα όχι μόνο παρέμεινε πόλη, αλλά παρέμεινε σταθερά, ακολουθούμενη από τη Θήβα, τη Λιβαδειά, τη Λαμία, την Αταλάντη, τα Σάλωνα και, αργότερα, το Μεσολόγγι  (Παραπ.4), ενώ παρουσίασε μια αισθητή γεωγραφική επέκταση, εκτός των μεσαιωνικών της ορίων.

Έδρα Μητρόπολης καθώς και Οθωμανικού Κάζα, ανέπτυξε την ειδίκευσή της σε μια σειρά από δραστηριότητες αστικού χαρακτήρα, όπως η βιοτεχνία μεταξωτών υφασμάτων, η σαπωνοποιία και η βυρσοδεψία. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όταν τον Οκτώβριο του 1833, συντάσσεται ο κατάλογος των προς απαλλοτρίωση κτιρίων, χάριν ανασκαφών, καταγράφονται 400 σπίτια, 7 φούρνοι και 103 εργαστήρια, μεταξύ των οποίων 2 ελαιοτριβεία και 2 σαπουντζίδικα, μόνο στην περιοχή την οριζόμενη από τις κατοπινές οδούς Ηφαίστου, Μητροπόλεως, Νίκης, Αμαλίας και Λυσικράτους, δηλαδή στο ήμισυ περίπου της παλαιάς πόλης (Παραπ.5).

Αλλά και πέραν της Στερεάς, η Αθήνα ανήκε στην κατηγορία των σημαντικών βαλκανικών πόλεων.

Κατά τις παραμονές της Επανάστασης, συγκαταλεγόταν στην πρώτη δεκάδα των πόλεων της Νότιας Βαλκανικής, μετά την Κωνσταντινούπολη, την Αδριανούπολη, τη Θεσσαλονίκη, τα Γιάννενα, τις Σέρρες, τη Λάρισα, την Τρίπολη και την Πάτρα. Κατατασσόταν στην ίδια σειρά με το Αργυρόκαστρο, ενώ άφηνε πίσω ονομαστές πόλεις, όπως τη Βέροια, το Μοναστήρι, το Άργος και το Ναύπλιο, την Καστοριά, το Μπεράτι και την Άρτα (Παραπ.6)

Αθήνα 1851. Ακρόπολη και Πύλη του Ανδριανού, Φωτογραφία: Alfred Nicolas Normand

Μεταξύ δε των πόλεων της κατόπιν ελευθέρας Ελλάδος, πράγμα που έχει ξεχωριστή σημασία αφού μεταξύ αυτών επρόκειτο να επιλεγεί εκ των πραγμάτων η πρωτεύουσα, η προεπαναστατική Αθήνα ερχόταν τρίτη, μετά την Τρίπολη και την Πάτρα. Ο ακριβής αριθμός των κατοίκων της είναι δύσκολο να καθοριστεί αλλά όλες οι ενδείξεις, εντούτοις, τείνουν προς έναν αριθμό της τάξεως των 10.000.

Τον Οκτώβριο του 1824, επί φρουραρχίας Γκούρα, πραγματοποιήθηκε μια καταγραφή στην επαναστατημένη Αθήνα, σύμφωνα με την οποία στην Πόλη υπήρχαν 9.040 κάτοικοι και 1.605 σπίτια, που κατανέμονταν σε 35 ενορίες (Παραπ.7). Την εποχή εκείνη, η πράγματι μεγαλούπολη Θεσσαλονίκη είχε περί τις 60.000 κατοίκους, η δε Τρίπολη και η Πάτρα περί τις 15.0008. Δεν τεκμηριώνεται συνεπώς ο αφορισμός ότι η Αθήνα «δεν ήταν από τις σημαντικότερες προεπαναστατικές πόλεις».

Πολύ περισσότερο δε, το να ονοματίσει κανείς έναν βαλκανικό οικισμό 10.000 κατοίκων των αρχών του 19ου αιώνα, «χωριό» ή ακόμη και «κωμόπολη», συνιστά αναχρονιστική εφαρμογή μεταγενεστέρων κριτηρίων. Αλλά ακόμη και βάσει των νεωτέρων κριτηρίων, τόσο βάσει του Δημοτικού Νόμου του 1912 όσο και εκείνου του 1954, οι 10.000 κάτοικοι αποτελούσαν ακριβώς το όριο που αναβάθμιζε έναν οικισμό από Κοινότητα σε Δήμο.

Άποψη της Αθήνας από τους πρόποδες της Ακρόπολης προς τον Αρδηττό και τον Υμηττό (περ. 1870). Διακρίνονται η πύλη του Αδριανού, το Ολυμπιείον, η θέση του Παναθηναϊκού Σταδίου, που δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί (το βραχώδες κοίλο στα αριστερά της φωτογραφίας) και ακόμα πιο αριστερά, στα κυπαρίσσια, το Προτεσταντικό Νεκροταφείο.

Οι περιγραφές είναι πράγματι αποκαρδιωτικές όταν μιλούν για την Αθήνα μετά τις περιπέτειες του απελευθερωτικού πολέμου.

Χάρτης της Τουρκοκρατούμενης Αθήνας σχεδιασμένος από τον Coubault, περί το 1800. Εκτός από την κατοικημένη περιοχή, εντός των τειχών, περικλείονται μη οικοδομημένες εκτάσεις, χέρσες αλλά και καλλιεργημένες, προς τα βόρεια και τα βορειοανατολικά (Πηγή: Ι. Μελετόπουλος, Αθήναι 1650-1870, έκδοση Τράπεζας Πίστεως, Αθήνα 1979).

Αναφωνεί τον Αύγουστο του 1832 ο Λουδοβίκος Ρος: «Αυτό δεν είναι αι ιοστεφείς και περίφημοι Αθήναι. Αυτό είναι μονάχα ένας θεόρατος σωρός ερείπια, μια άμορφη […] γκριζωπή μάζα στάχτης και σκόνης, απ’ όπου ξεπροβάλλουν μια δωδεκάδα φοίνικες και κυπαρίσσια, τα μόνα που αντιστέκονται στην καθολική ερήμωση» (Παραπ.9) .

Την ίδια περίπου εποχή (1832-1833) επισκέπτεται την Αθήνα και ο αποσπασμένος στο εκστρατευτικό σώμα του Στρατηγού Maison, J.L. Lacour: «Η καρδιά σφίγγεται φτάνοντας στην Αθήνα. Νέα ερείπια καλύπτουν τα αρχαία, τα καταχωνιασμένα μέσα στη γη. […] Στενά, σκοτεινά, λασπώδη, ακανόνιστα δρομάκια. Βρώμικα, καπνισμένα και δυσώδη μαγαζιά, με πραμάτειες που θα τις περιφρονούσαν ως και οι πλανόδιοι πωλητές στα χωριάτικα πανηγύρια μας, κι όλα αυτά περικυκλωμένα από ένα χονδροειδές τοιχίο, να τι έχει αντικαταστήσει το Ωδείο του Περικλέους, το Ελευσίνιο, το Λύκειο, τους Κήπους και τον Ναό της Αφροδίτης, τις Πύλες του Ερμού, […] και τα λοιπά μνημεία, των οποίων μόνον τα ονόματα έχουν απομείνει» (Παραπ.10) .

Ο εκ των Αντιβασιλέων Georg Maurer, που έφθασε στην Αθήνα το 1833 κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Όθωνα, σημειώνει:
«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες» (Παραπ.11).

Ενώ ο Thomas Abbet-Grasset παρατηρεί τον Οκτώβριο του 1834: «Δεν υπάρχουσιν όμως πλέον Αθήναι. Εις τον τόπον της ωραίας δημοκρατίας απλούται σήμερον πενιχρά πολίχνη, μαύρη εκ των καπνών, σιωπηλή ως φύλαξ των νεκρών μνημείων, με στενούς και ασύμμετρους δρομίσκους» . (Παραπ.12)

Είναι προφανές καταρχήν ότι οι αυτόπτες αυτοί μάρτυρες αποτύπωναν στα λόγια τους όχι μόνο τη θλίψη τους για ό,τι έβλεπαν αλλά και την απογοήτευση τους για ό,τι δεν έβλεπαν: «τας ιοστεφείς και περίφημους Αθήνας», «την ωραία δημοκρατία», «το Ωδείο του Περικλέους» και «τις Πύλες του Ερμού».

Είναι γεγονός πάντως ότι η πόλη είχε υποστεί σοβαρότατες καταστροφές, ιδιαίτερα στο διάστημα της ενδεκάμηνης πολιορκίας της από τον Κιουταχή, μεταξύ Ιουνίου 1826 και Μαΐου 1827.

Αθήνα, άποψη των Ανακτόρων και της Ακρόπολις από τον Λυκαβηττό, περίπου 1853-1857. Από το βιβλίο του James Robertson views of Greece

Ο σχεδιασμός της νέας πόλης

Ως γνωστόν, η τουρκική φρουρά αποχώρησε οριστικά από το φρούριο της Ακροπόλεως την 31η Μαρτίου 1833. Στο διάστημα που προηγήθηκε, ιδιαίτερα κατά την τριετία 1830-1833, δεν διαδραματίστηκαν σοβαρά πολεμικά γεγονότα στην περιοχή. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα Πρωτόκολλα της Ανεξαρτησίας προέβλεπαν ασυζητητί την απελευθέρωση της Αθήνας, επέτρεψε τη βαθμιαία αναγέννηση της Πόλης.

Τον Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, μαθητές του σημαντικότερου ίσως Γερμανού νεοκλασικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, εγκαθίστανται στην Αθήνα, όπου βάζουν μπρος το έργο της συστηματικής τοπογράφησης της πόλης και στη συνέχεια συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση, εν όψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νεοπαγούς κράτους. Πράγματι, τον Μάιο του 1832, η μετακαποδιστριακή Προσωρινή Κυβέρνηση τους αναθέτει την εκπόνηση του Νέου Σχεδίου της Πόλεως των Αθηνών, ανεξαρτήτως του εάν θα γίνει ή όχι πρωτεύουσα.

Το σχέδιο συντάσσεται και υποβάλλεται τον Δεκέμβριο του 1832 και στις 29 Ιουνίου 1833 εγκρίνεται από την Αντιβασιλεία, που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει τα ηνία του Κράτους, και επικυρώνεται με Βασιλικό Διάταγμα στις 6 Ιουλίου του ιδίου έτους (Παραπ.14).

Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο που περιγράφει το σχεδιασμό της νέας πόλης εδώ.

Ο χωματόδρομος συνδέει την περιοχή της Καισαριανής με την Αθήνα. Στο βάθος η Ακρόπολη. Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη. BAUD-BOVY, Daniel, BOISSONNAS, Frédéric. Des Cyclades en Crète au gré du vent, Γενεύη, Boissonnas & Co, 1919.

Παραπομπές:

1. Π. Λουκάκης, «Αθήνα 1830-1940: Ιστορικές φάσεις παγίωσης του υπερσυγκεντρωτισμού της», Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου Ιστορίας Νεοελληνική Πόλη: Οθωμανικές κληρονομιές και Ελληνικό κράτος (1984), τ. Ιος, Αθήνα 1985, σ. 86• Σ. Β. Μαρκεζίνης, Πολιτική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, τόμος 1ος, Αθήνα 1966, σ. 126.

2. Π. Σκουζές, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1948 (επανέκδοση 1975, σ. 110-111)· Π. Κοδρικάς, Εφημερίδες, Αθήνα 1963, σ. 9.

3. J. C. Hobhouse, AjourneythroughAlbaniaandotherprovincesofTurkeyinEuropeandAsia, toConstantinople, duringtheyears 1809 and 1810, Λονδίνο 1813, τ. I, σ. 286.

4. Δ. Ν. Καρύδης, «Αθήνα-Αττική στον πρώτο αιώνα Οθωμανικής κατοχής: η σχέση πόλης-υπαίθρου», Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου Ιστορίας Νεοελληνική Πόλη: Οθωμανικές κληρονομιές και Ελληνικό κράτος (1984), τ. 1ος, Αθήνα 1985, σ. 50-53• General Marmont, «Renseignements sur diverses parties de lEmpire Ottoman», στο D. Anoyatis-Pele, Les communications terrestres dans la peninsule hellénique au XVIIIe siècle (διδ. διατριβή), Παρίσι 1984, τ. 2ος, σ. 372-380.[επιστροφή]

5. Δ. Γ. Καμπούρογλου, «Αι παλαιαί απαλλοτριώσεις χάριν ανασκαφής των αρχαίων Αθηνών», Αρχαιολογικόν Δελτίον 12/1929, Παράρτημα, σ. 1-28.

6. General Marmont, ό.π., σ. 370.

7. Κ. Κωνσταντινίδης, «Απογραφή των Αθηνών κατά το 1824», Νέα Εστία 13/1939, σ. 899.

8. N. Svoronos, Le commerce de Salonique au XVIIIe siècle, Παρίσι 1956, σ. 7-11• Κ. Μοσκώφ, Θεσσαλονίκη 1700-1912: τομή της μεταπρατικής πόλης, Αθήνα 1974, σ. 71-72• F.C.H.L. Pouqueville, Voyage dans la Grèce, τ. III, Παρίσι 1820-1821, σ. 51• General Marmont, ό.π., σ. 370.

9. L. Ross, Emneirungen und Mittheilungen aus Griechenland, Βερολίνο 1863 (ελληνική μετάφραση: Αναμνήσεις και ανακοινώσεις από την Ελλάδα 1832-1833, Αθήνα 1976, σ. 281)• Α. Πολίτης, Ρομαντικά χρόνια: Ιδεολογίες και Νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880, Αθήνα 1993, σ. 74.

10. J. L. Lacour, Excursions en Grèce dans les années 1832 et 1833, Παρίσι 1834, σ. 170.

11. G. L.von Maurer, Das Griechische Volk, Χαϊδελβέργη 1835 (ελληνική μετάφραση: Ο Ελληνικός Λαός, Αθήνα 1976, σ. 410-411)

12. Όπως παρατίθεται από τον Α. Πολίτη, ό.π., σ. 74.

13. Π. Σκουζές, ό.π., σ. 68-69, 121-122• Κ. Μπίρης, Τα πρώτα σχέδια των Αθηνών, Αθήνα 1933, σ. 4-5• Ι. Τραυλός, Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, Αθήνα 1960 (β’ έκδοση 1993, σσ. 195-242).

14. Κ. Μπίρης, Τα πρώτα σχέδια…, ό.π., pasim• Κ. Μπίρης, Αθηναϊκαί μελέται, τεύχος 1, Αθήνα 1938, σ. 10-30.... 




Η παλαιά ΑΘΗΝΑ - Η πρώτη φωτογραφία της Aκρόπολης


Αυτή είναι η πρώτη φωτογραφία της Aκρόπολης μετά την τουρκοκρατία. Τα σχέδια για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας και οι αντιδράσεις των οικοπεδούχων

Η παλαιότερη σωζόμενη φωτογραφία της Ακρόπολης είναι τραβηγμένη από τον Λόφο των Νυμφών και το Αστεροσκοπείο το 1842 από τον Josepf-Filibert Girault de Prangey. Ήταν ζωγράφος αλλά τον κέρδισε η τέχνη της φωτογραφίας που διδάχτηκε από τον εφευρέτη της Δαγκεροτυπίας Louis Daguerre.

Έτσι την είδε ο Μακρυγιάννης κι ο Καραϊσκάκης. Οι περιγραφές που έχουν διασωθεί για την Αθήνα της εποχής εκείνης μετά τις περιπέτειες του απελευθερωτικού πολέμου είναι αποκαρδιωτικές.

Ο εκ των Αντιβασιλέων Georg Maurer, που έφθασε στην Αθήνα το 1833 κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης του Όθωνα, έγραφε:

«Η Αθήνα που πριν απ’ τον Απελευθερωτικό Πόλεμο αριθμούσε 3.000 περίπου σπίτια, τώρα δεν είχε ούτε 300. Τα άλλα είχαν μεταβληθεί σ’ έναν άμορφο σωρό από πέτρες»


Η πόλη είχε υποστεί σοβαρότατες καταστροφές, ιδιαίτερα στο διάστημα της ενδεκάμηνης πολιορκίας της από τον Κιουταχή, μεταξύ Ιουνίου 1826 και Μαΐου 1827.

Η τουρκική φρουρά αποχώρησε οριστικά από το φρούριο της Ακροπόλεως την 31η Μαρτίου 1833.
Οι δαγκεροτυπίες της Ακρόπολης βρέθηκαν σχεδόν 30 χρόνια μετά το θάνατο του de Prangey, την δεκαετία του 1920, ξεχασμένες σε μια αποθήκη.
  

Η έρευνα για τα πρώτα βήματα της Αθήνας μετά την τουρκοκρατία, του ιστορικού στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, Λεωνίδα Καλλιβρετάκη αναφέρει:


Τον Νοέμβριο του 1831 οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Schaubert, μαθητές του σημαντικότερου ίσως Γερμανού νεοκλασικού αρχιτέκτονα Karl Friedrich Schinkel, εγκαθίστανται στην Αθήνα, όπου βάζουν μπρος το έργο της συστηματικής τοπογράφησης της πόλης και στη συνέχεια συντάσσουν την πολεοδομική τους πρόταση, εν όψει της πιθανής εγκατάστασης εκεί της πρωτεύουσας του νεοπαγούς κράτους.

Πράγματι, τον Μάιο του 1832, η μετακαποδιστριακή Προσωρινή Κυβέρνηση τους αναθέτει την εκπόνηση του Νέου Σχεδίου της Πόλεως των Αθηνών, ανεξαρτήτως του εάν θα γίνει ή όχι πρωτεύουσα. Το σχέδιο συντάσσεται και υποβάλλεται τον Δεκέμβριο του 1832 και στις 29 Ιουνίου 1833 εγκρίνεται από την Αντιβασιλεία, που είχε εν τω μεταξύ αναλάβει τα ηνία του Κράτους, και επικυρώνεται με Βασιλικό Διάταγμα στις 6 Ιουλίου του ιδίου έτους.

Σωροί ερειπίων τα Προπύλαια της Ακρόπολης μετά την απελευθέρωση.

Τι προέβλεπε το περίφημο πολεοδομικό σχέδιο Κλεάνθη και  Σάουμπερτ

Η Νέα Πόλη περιελάμβανε το ήμισυ περίπου της Παλαιάς, ενώ εκτεινόταν και προς τα δυτικά, βόρεια και ανατολικά αυτής. Το υπόλοιπο ήμισυ της Παλαιάς Πόλης, το οριζόμενο από τις οδούς Ηφαίστου, Πανδρόσου και Αδριανού, όπως αναφέραμε προηγουμένως, προβλεπόταν να απαλλοτριωθεί χάριν αρχαιολογικών ανασκαφών. Αλλά και το διατηρούμενο τμήμα της Παλαιάς Πόλης διετηρείτο μόνον ως γεωγραφική περιοχή, και όχι ως δομημένος χώρος, αφού προβλεπόταν στο μεγαλύτερο μέρος του να τμηθεί από νέες οδούς και να χωριστεί σε κανονικά οικοδομικά τετράγωνα. Το σχήμα των κυρίων αξόνων ήταν ένα ισοσκελές τρίγωνο με κορυφή τη σημερινή πλατεία Ομονοίας, σκέλη τις οδούς Πειραιώς και Σταδίου, και βάση την οδό Ερμού.

 Ο όλος προσανατολισμός είχε ως στόχους τον Πειραιά, το Στάδιο και, κυρίως, την Ακρόπολη, στα πόδια της οποίας η πόλη απλωνόταν σαν μια ανοικτή αγκαλιά. Στην κορυφή του τριγώνου προβλεπόταν η ανέγερση των Ανακτόρων: Η γεωμετρική κορυφή και η κορυφή της κρατικής εξουσίας σε μια συμβολική σύμπτωση. Ο προσανατολισμός των σκελών δεν ήταν τυχαίος: «Συναντώνται», όπως σημειώνουν οι Κλεάνθης και Schaubert στο υπόμνημά τους, «κατά τοιούτον τρόπον ώστε ο εξώστης των Βασιλικών ανακτόρων να απολαμβάνει ταυτοχρόνως του γραφικού Λυκαβηττού, του Παναθηναϊκού Σταδίου, της πλούσιας εις υπερήφανους αναμνήσεις Ακροπόλεως, και των πολεμικών και εμπορικών πλοίων του Πειραιώς» (Μπίρης 1938, σ. 16).

Οι οδοί Πειραιώς και Σταδίου διακόπτονταν, συμμετρικά ως προς τα Ανάκτορα, από τις αντίστοιχες τετράγωνες πλατείες Μπόρσας (Χρηματιστηρίου) και Θεάτρου. Πρόκειται για τις σημερινές Πλατείες Κουμουνδούρου και Κλαυθμώνος, οι οποίες πράγματι είναι συμμετρικές, κάτι που δεν το συνειδητοποιεί κανείς εύκολα μέσα στο σημερινό χάος της Αθήνας. Κατέληγαν δε –οι Πειραιώς και Σταδίου– σε δυο κυκλικές πλατείες-όρια της Πόλης: η μεν πλατεία Κέκροπος στη μεγάλη διασταύρωση των προς δυσμάς παραδοσιακών υπεραστικών οδών της Παλαιάς Πόλης, όπου το σημερινό Γκάζι, η δε πλατεία Μουσών στην προς ανατολάς Πύλη των Μεσογείων, όπου η σημερινή πλατεία Συντάγματος.

Η Αθήνα και η Ακρόπολη το 1869 (φωτο: Paul Baron des Granges)

Το οδικό δίκτυο αναπτυσσόταν εν μέρει ακτινωτά, με κέντρα τις κυκλικές πλατείες, και εν μέρει παράλληλα και κάθετα προς τους βασικούς άξονες, πάντοτε με απόλυτη κανονικότητα. Η ευρύτερη περιοχή των Ανακτόρων περιβαλλόταν από μεγάλες λεωφόρους. Προβλέπονταν με ακρίβεια οι θέσεις όλων των δημοσίων κτιρίων και γενικότερα οι περιοχές όλων των λειτουργιών της Πόλης: Υπουργεία, Δικαστήρια, Στρατώνες, Αστυνομία, Ταχυδρομείο, Νομισματοκοπείο, Μητρόπολη, Ακαδημία, Βιβλιοθήκη, Χρηματιστήριο, Αγορές, Πάρκα, κλπ. Το σύνολο ήταν προγραμματισμένο να φιλοξενήσει όλες τις λειτουργίες μιας πρωτεύουσας και έναν πληθυσμό που προβλεπόταν να φθάσει το όριο των 40.000 κατοίκων.

Οι διαμαρτυρίες των οικοπεδούχων

Το σχέδιο εγκρίθηκε τον Ιούλιο το 1833.  Έως το τέλος του χρόνου είχε αρχίσει η εφαρμογή του. Μόλις όμως χαράχθηκαν οι γραμμές του επί του εδάφους, και έγιναν με υλικό τρόπο αντιληπτές οι εκτάσεις που θα απαλλοτριώνονταν για την ανέγερση των δημοσίων κτιρίων, τη διαμόρφωση των πάρκων και του οδικού δικτύου, καθώς και για τις αρχαιολογικές ανασκαφές, ξέσπασε κύμα διαμαρτυριών από μέρους των ιδιοκτητών, ενώ εκτοξεύθηκαν και κατηγορίες για κερδοσκοπία.

Τον Μάιο του 1834 ο εκ των Αντιβασιλέων Maurer επισκέφθηκε την πόλη για να μελετήσει επί τόπου την κατάσταση.
Η κατακραυγή της οποίας έγινε μάρτυρας, οδήγησε την Αντιβασιλεία να διατάξει την αναστολή της εφαρμογής του σχεδίου στις 11 Ιουνίου 1834.

Στη συνέχεια μετακλήθηκε ο διάσημος τότε Βαυαρός αρχιτέκτονας Leo von Klenze για να εξετάσει το όλο ζήτημα.
Η επίσκεψη του Klenze βάστηξε από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο του 1834 και κατέληξε στην εκπόνηση ενός Νέου Σχεδίου, ή μάλλον μιας αναθεώρησης του αρχικού.
Κύρια χαρακτηριστικά του ήσαν η μείωση της συνολικής έκτασης της πόλης, η μερική μείωση της έκτασης του χώρου των ανασκαφών με όριο την οδό Αδριανού, ο περιορισμός του πλάτους των δρόμων και της επιφάνειας των πλατειών, καθώς και η κατάργηση των εντός της πόλης λεωφόρων, η περιστολή του φαινομένου της κατάτμησης της Παλαιάς Πόλης: αντί της χάραξης πλήθους νέων δρόμων, προτάθηκε η διευθέτηση των παλαιών δρομίσκων, με ελαφρές διαπλατύνσεις και ευθυγραμμίσεις εδώ και εκεί. Τέλος, η μεταφορά των Ανακτόρων και συνεπώς όλου του διοικητικού κέντρου βάρους της πόλης από την πλατεία Ομονοίας στα υψώματα του Κεραμεικού.

Λεπτομέρεια του πανοράματος της Αθήνας πριν από το 1858. Λήψη από τον Λυκαβηττό. Διακρίνονται τα οικήματα γύρω από την πλατεία Ομόνοιας που παραμένει άχτιστη!


Οι αλλαγές


Το Σχέδιο Klenze εγκρίθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834, ενώ ταυτόχρονα οριζόταν ότι την 1η Δεκεμβρίου, δηλαδή σε λιγότερο από δυόμισι μήνες, θα μεταφερόταν στην Αθήνα από το Ναύπλιο η έδρα του Κράτους. Το σχέδιο τέθηκε ευθύς αμέσως σε εφαρμογή. Οι τροποποιήσεις του Klenze περιόρισαν τις δυσχέρειες, χωρίς όμως και να τις εξαλείψουν.
Η έναρξη των κατεδαφίσεων για τη διάνοιξη, καταρχήν, των νέων οδών Αιόλου, Ερμού και Αθηνάς, προσέκρουσε στις αντιδράσεις των κατοίκων, προς τους οποίους η Κυβέρνηση δεν είχε παραχωρήσει νέα οικόπεδα σε άλλη θέση, κατά τα συμφωνημένα. Οι εργασίες διακόπηκαν πολλές φορές, για να συνεχιστούν με αστυνομική συνδρομή, και υπό τις διαμαρτυρίες της ίδιας της Δημοτικής Αρχής.

Προ της αδυναμίας της Κυβέρνησης να στηρίξει οικονομικά τις προβλεπόμενες απαλλοτριώσεις αποφασίστηκε, στις 11 Νοεμβρίου 1836, νέα μείωση του αρχαιολογικού χώρου, γνωστή ως τροποποίηση Hansen-Schaubert. Άλλες τροποποιήσεις μικρότερης κλίμακας ακολούθησαν σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα.


Η έρημη Ομόνοια


Η Αθήνα άργησε να επεκταθεί στο σύνολο της προβλεπόμενης από τα σχέδια έκτασης. Πράγματι, επί δεκαετίες τα όρια της παρέμεναν ουσιαστικά εκείνα της παλιάς πόλης. Είναι ενδιαφέρον να συνειδητοποιήσουμε ότι περιοχές που είναι σήμερα το κέντρο της πόλης, όπως η ίδια η Ομόνοια και όλη η βόρεια πλευρά της Πειραιώς, παρέμειναν σχεδόν έρημες ως τα 1870-1880.
Το 1855, λόγου χάριν, όχι μόνον η Ομόνοια ήταν ακόμη τελείως άκτιστη, αλλά και γενικότερα όλη η περιοχή βορείως της Σοφοκλέους.

Η κατοικία του Αυστριακού πρεσβευτή στην Αθήνα, Prokesch von Osten, οικοδομήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1830, στη σημερινή οδό Φειδίου. Το 1841 περιγράφεται ως απομονωμένο στην «άκρη της πόλης», με θέα στην «πλατιά ερημιά και τα ψηλά βουνά». Το περιέβαλε μεγάλος κήπος που ξεκινούσε από τη οδό Πανεπιστημίου και έφθανε ως τη Χαριλάου Τρικούπη, την Εμμανουήλ Μπενάκη και την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής

Το 1840, όταν άρχισε να λειτουργεί το πρώτο Αθηναϊκό θέατρο, βρισκόταν, όπως παρατηρούν οι αυτόπτες, «έξω από την Πόλη […] στη γυμνή, περιτριγυρισμένη από τα βουνά πεδιάδα».
Αυτό το «έξω από την Πόλη» αντιστοιχεί σήμερα στη μικρή πλατεία μεταξύ των οδών Μενάνδρου και Σωκράτους, πίσω από τη Λαχαναγορά, στο πολύβουο κέντρο της πόλης, όπου επιβιώνει ως ανάμνηση η οδός Θεάτρου. Το θέατρο παρέμενε στο άκρο της πόλης ακόμη το 1855. Το ίδιο ισχύει και για τους πρόποδες του Λυκαβηττού, καθώς και για μεγάλο μέρος της Νεάπολης.

Το 1841 ο Hans Christian Andersen εντυπωσιάστηκε από το σπίτι του Αυστριακού Πρέσβη απομονωμένο στην «άκρη της πόλης», με θέα στην «πλατιά ερημιά και τα ψηλά βουνά». Το σπίτι αυτό βρίσκεται στην οδό Φειδίου, μεταξύ Πανεπιστημίου και Ακαδημίας, πίσω από το κινηματοθέατρο Rex.

Αργότερα, όπως φαίνεται στον χάρτη του 1855, η οικοδόμηση επεκτάθηκε και πέραν της οδού Ακαδημίας.
Στον χάρτη του 1881 έχουμε κάποια σπίτια επί των οδών Σόλωνος και Σκουφά. Εντούτοις, η περιοχή του Στρέφη αποτελούσε ως τις αρχές σχεδόν του 20ού αιώνα το όριο της πόλης. Η Μονή Πετράκη, που βρίσκεται σήμερα στο τέρμα της οδού Αλωπεκής, στο Κολωνάκι, ήταν ακόμα στα 1880 ένα εξοχικό Μοναστήρι.

Την ίδια εποχή η λεωφόρος Αλεξάνδρας ήταν μια ακατοίκητη ρεματιά μεταξύ των Τουρκοβουνίων και του Λυκαβηττού, και η Κυψέλη είχε κάποιες μετρημένες στα δάχτυλα μακρινές αγροικίες, και μερικές εξοχικές βίλες, όπου οι Αθηναίοι πήγαιναν εκδρομή.
Η εξέλιξη αυτή συνδυάζεται με το ζήτημα του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού της Αθήνας. Είναι αυτονόητο ότι η εγκαθίδρυση της πρωτεύουσας προκάλεσε μεγάλη συρροή νέων κατοίκων.... 


 Η Αθήνα μεγαλούπολη το 1910.... 

Από 12.000 περίπου στα 1834, ο αριθμός τους διπλασιάστηκε μέσα στην επόμενη δεκαετία. Εντούτοις, η πρόβλεψη των Κλεάνθη-Schaubert για 40.000 κατοίκους δεν πραγματοποιήθηκε πριν από τη δεκαετία του 1860, και το ορόσημο των 100.000 δεν ξεπεράστηκε πριν από τα τέλη της δεκαετίας του 1880.... 



Η Αθήνα το 1869 . Φωτογραφία του William James Stillman... 


Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Επικοινωνήστε μαζί μας και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης